Ο συγγραφέας Σωτήρης Γουνελάς συναντά τον σκηνοθέτη Αντρέι Ταρκόφσκι

Μεταξύ των ταινιών που θα προβληθούν στα 2α Κινηματογραφικά Αφιερώματα Κατερίνης, το κινηματογραφόφιλο κοινό της πόλης μας, θα παρακολουθήσει τη «Θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι και «Το λιμάνι της Χάβρης» του Άκι Καουρισμάκι, στις 14 και 15 Μαρτίου αντίστοιχα.

Και τις δύο ταινίες θα προλογίσει ο συγγραφέας Σωτήρης Γουνελάς ο οποίος έχει γράψει μεταξύ άλλων το βιβλίο «Ταρκόφσκι, ένας νοσταλγός του Παραδείσου»  (Διάττων, 1989 και 2002), εμπνευσμένος από τη ταινία «Θυσία».

Ο Σωτήρης Γουνελάς, που θα βρίσκεται σήμερα στην πόλη μας, μιλά στη Μάγδα Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη και στο e-pieria.gr για το αριστούργημα του Ταρκόφσκι.

Συνέντευξη στη Μάγδα Παπαδημητρίου - Σαμοθράκη

Ευχαριστώ κύριε Γουνελά για την συνέντευξη που μου παραχωρείτε για το e-pieria. Με αφορμή  την επίσκεψή σας στη πόλη μας, με σκοπό να προλογίσετε την ταινία, που θα προβληθεί στα  2α Κινηματογραφικά αφιερώματα, «Η θυσία» του Αντρέι Ταρκόφσκι». Θα ήθελα να σας ρωτήσω τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε από τον Ταρκόφσκι για να γράψετε το βιβλίο "Ταρκόφσκι, ένας νοσταλγός του Παραδείσου" από τις εκδόσεις Διάττων που δυστυχώς έχει εξαντληθεί;

Ευχαριστώ κι εγώ για την πρόσκληση. Να πω ωστόσο ότι το βιβλίο δεν είναι εξαντλημένο. Υπάρχουν μερικά αντίτυπα αλλά τα βρίσκεις δύσκολα. Όσο για το τι με ενέπνευσε για το βιβλίο, θα μπορούσα να απαντήσω η παρουσία  του νερού στις ταινίες του. Καθόμουν πίσω από την μπαλκονόπορτα εξοχικού σπιτιού τον Αύγουστο, όταν ξαφνικά έπιασε μπόρα. Καθώς άκουγα τις στάλες να πέφτουν στις πλάκες θυμήθηκα τη βροχή στα έργα του. Και άρχισα να γράφω.

Για όσους δεν έχουν δει ταινίες του Ταρκόφσκι για ποιο λόγο τον ονομάζουν προφήτη του σινεμά και πόσο μεγάλο ρόλο έπαιξε η ορθοδοξία ως φιλοσοφία και οι αγιογραφήσεις στις ταινίες του;

Φρονώ ότι δεν μπορείς, όχι να καταλάβεις, αλλά ούτε καν να δεις τις ταινίες του Ταρκόφσκι, χωρίς να έχεις κάποια σχέση με αυτό που λέμε Ορθόδοξη παράδοση. Ωστόσο, ο Ταρκόφσκι  δεν είναι αποκλειστικός. Δεν αποκλείει άλλες παραδόσεις. Διασταυρώνεται μαζί τους και τις αφομοιώνει.

Πώς βοηθούν οι ταινίες του Ταρκόφσκι να βρουν λύσεις οι σημερινοί Έλληνες στα σημαντικά προβλήματα που τον ταλανίζουν;

Αυτό είναι δυσκολοαπάντητο. Για να βοηθήσουν οι ταινίες απαιτείται ‘δουλειά’. Ο Ταρκόφσκι δεν δίνει πρακτικές λύσεις. Ζητάει να φέρει τον άνθρωπο πιο μέσα σ’ αυτόν τον ίδιο και ταυτόχρονα να τον ξαναβάλει μέσα στο μυστήριο της ζωής, να μην τον αφήσει έρμαιο των παγκόσμιας εξέλιξης που τον ισοπεδώνει και τον φτωχαίνει (ψυχοπνευματικά εννοώ, πέρα από την οικονομική πτώχευση). Ο Ταρκόφσκι δεν αναπαριστά στα έργα του το πραγματικό αλλά μας μπολιάζει με το μυστήριο της ζωής. Μιλήστε μας γι αυτές τις αλήθειες, για το μήνυμα που λαμβάνουμε ως θεατές βλέποντας τη Θυσία.

Όντως, δεν λειτουργούν τα έργα του ως αναπαραστάσεις πραγματικότητας. Ο ρώσος αυτός σκηνοθέτης δεν θέλει θεατές, θέλει ανθρώπους που εισέρχονται μέσα στο έργο, μετέχουν της ‘ιστορίας’ που ξεδιπλώνει, μοιράζονται τις αλήθειες που προτείνει, γιατί αυτές δεν είναι ατομικές, δεν είναι κατασκευές, αλλά ποιητικές αισθήσεις και πνευματικές αισθήσεις πανανθρώπινες.

Με την έννοια ότι μπορούν να συνεγείρουν ψυχικά τους ανθρώπους, όταν θελήσουν να αφεθούν στον ρυθμό του. Σε αγγίζουν εάν αφεθείς και αν ανοιχτείς. Όχι αν προσπαθήσεις να καταλάβεις με λογικούς συλλογισμούς.Η Θυσία είναι ένα εντελώς ξεχωριστό έργο καμωμένο από ένα σκηνοθέτη που αμέσως μετά πεθαίνει. Είναι έργο άφθονου λόγου (όπως η Νοσταλγία άφθονης σιωπής) με πολύ εμφανή αναφορά στη χριστιανική Παράδοση από την πρώτη σκηνή του έργου, όπου ακούγεται η αφήγηση για τον αββά Παμβώ και τον υποτακτικό του.

Παραλαμβάνει έναν πρώην ηθοποιό, καθηγητή αισθητικής, κριτικό τέχνης και άθεο και τον οδηγεί, όχι μόνο να προσευχηθεί στο Θεό και να πει το ‘Πάτερ ημών’, αλλά να θυσιάζει αυτά που του ανήκουν για να σωθεί ο κόσμος από την επικείμενη πυρηνική καταστροφή. Η παρουσία της υπηρέτριας Μαρίας ως μεσολαβήτριας παραπέμπει στην Παναγία ή την Εκκλησία και ο Αλεξάντερ, ο πρωταγωνιστής της ταινίας, γίνεται κάτι σαν ο Υιός που σώζει. Μα για να γίνει αυτό ‘συνευρίσκεται’ με την Μαρία και έτσι ελευθερώνεται από τον παλιό εαυτό του και προχωρεί στο σωτήριο έργο του. Έτσι, μπορούμε να διαβάσουμε  την πράξη του.

Η τελευταία σκηνή, όπου κυνηγούν τον Αλεξάντερ για να τον πάνε σε κλινική ως παράφρονα, δείχνει την κατάσταση του κόσμου: ότι ο κόσμος είναι κλειστός στα θαύματα, στην ίδια τη ζωή όταν συμβαίνουν πράξεις ενός ανώτερου νοήματος, πέρα οπό τη λογική και το συνηθισμένο ή το κοινότυπο. Αυτό λέει ο Τ. και το έργο τελειώνει με το δέντρο  να υψώνεται, παραπέμποντας στο άλλο, το ξερό της αρχικής αφήγησης με τον αββάΠαμβώ, δεσπόζοντας ανθισμένο, και να το ποτίζει ο γιός του Αλεξάντερ. Στο τέλος το παιδί-που τώρα έχει θεραπευτεί από την αφωνία του, ακούγεται να λέει «Εν αρχή ην ο Λόγος. Γιατί πατέρα;» Συνεχίζοντας τη συνομιλία με τον απόντα πατέρα του.

Στους σκληρούς καιρούς που διανύουμε πόσο κοντά μπορεί να νιώσει ή επιτρέπει στον εαυτό του ο σημερινός Έλληνας να διεισδύσει στη σκέψη του Ταρκόφσκι;

Δεν είναι μόνο «οι σκληροί καιροί», είναι η κατάσταση των Ελλήνων που χρειάζεται γενική ‘επισκευή’ και θεραπεία. Το κυρίαρχο πνεύμα  δεν έχει σχέση με τέτοια έργα. Αλλά, για να μην αδικούμε τους Έλληνες, και έξω δεν είναι καλύτερα. Οι ταινίες που θέλουν οι άνθρωποι είναι ταινίες αναπαράστασης και δράσης, δεν είναι ταινίες εσωτερικής και πνευματικής αναζήτησης. Το κυρίαρχο πνεύμα και εδώ και αλλού αντιστέκεται σε τέτοιες διερευνήσεις, αυτοσυνειδησίες, μυστηριακές καταστάσεις. Ο Τ. αυτά τα απαιτεί, ή μας καλεί να τα οικειωθούμε.

Η Ποίηση, η Ομορφιά, η Αλήθεια, η Αγάπη είναι έννοιες που δυστυχώς απέχουν πολύ από τον σημερινό άνθρωπο ως συναισθήματα και πολυτέλεια για να συλλογιέται, όταν υπάρχει θέμα επιβίωσης. Μετά από χρόνια πλαστής ευδαιμονίας είναι εύκολη η επιστροφή στον εσώτερο εαυτό μας;

Ωραία ερώτηση. Αυτά τα τέσσερα δεν είναι μονάχα έννοιες, είναι καταστάσεις και οι τέσσερες σχεδόν καταδιωγμένες στον σύγχρονο κόσμο. Κανένα θέμα ‘επιβίωσης’ δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί βάζοντας σε παρένθεση ή περιφρονώντας αυτές τις τέσσερες. Και βέβαια δεν «είναι εύκολη η επιστροφή στον εσώτερο εαυτό μας, μετά από χρόνια πλαστής ευδαιμονίας». Αλλά μπορεί να μείνει κανείς σ’ αυτή τη διαπίστωση. Πρέπει όμως να προχωρήσει. Έστω και διακινδυνεύοντας την βολή του που υπάρχει-δυστυχώς- και μέσα στην επιβίωση.

Πού πάει ο παγκόσμιος πολιτισμός μας σήμερα;

Ο Ταρκόφσκι  σε δύο τουλάχιστον ταινίες του –τη Νοσταλγία και την Θυσία- μιλά για την παράνοια του πολιτισμού. Νομίζω πως αυτό δεν το λέει μονάχα ο Ταρκόφσκι, το λένε και άλλοι δημιουργοί, σίγουρα ο Καουρισμάκι, αυτός ο τόσο βαθιά ανθρώπινος σκηνοθέτης, το λέει ο Κουροσάβα κ. α. Αν πάμε πιο πίσω, πρέπει να πούμε ότι ήδη από το πρώτο μισό του 20ου αιώνα υψώθηκαν φωνές σπουδαίων ανθρώπων που έβλεπαν ότι ο δυτικός πολιτισμός, που έτσι κι αλλιώς είχε πάρει σβάρνα όλους τους άλλους, έγερνε προς τα κάτω προωθώντας κυρίως την Τεχνική και την Οικονομοκρατία και σβήνοντας ιδανικά και αλήθειες δοκιμασμένες μέσα στο χρόνο και εξαγιασμένες. Ο Μπωντλαίρ και  ο Πόε καταγγέλλουν τον αμερικανισμό της Ευρώπης.

Στη Γερμανία από τον Χαίλντερλιν μέχρι τον Ρίλκε, τον Νοβάλις, τον Τρακλ, τον Έσσε η πορεία του πολιτισμού τίθεται σε αμφισβήτηση. Στη Γαλλία εκτός από τους σουρεαλιστές, που επιτίθενται άγρια στον δυτικό ρασιοναλισμό, η φωνή του Καμύ, της Βέιλ, του Πεγκύ, του Μαλρώ και άλλων καλούν σε αφύπνιση και νέο ξεκίνημα. Στην Αγγλία έχουμε τον Σέλλευ, τον Μπλέηκ, τον Πάουντ, τον Έλιοτ κ.α. που αναζητούν σε αρχαιότερες πνευματικές παραδόσεις βαθύτερα νοήματα, βλέποντας να χάνεται η αξία του ανθρώπου, να καταπατούν κάθε ιερότητα, να προωθείται μια ζωή χωρίς μέτρο που δεν είναι τυχαίο ότι καταλήγει σε δύο παγκόσμιους πολέμους. Μπορεί σήμερα τα πράγματα να είναι χειρότερα, τουλάχιστον ως προς το κενό, το υπαρξιακό κενό του ανθρώπου.

Βλέπουμε τον σημερινό άνθρωπο να περπατά ως χαμένος, να μη ξέρει πού και  πώς πορεύεται. Τον βλέπουμε να πνίγεται σε ένα κόσμο που δεν ήταν αμέτοχος στη δημιουργία του κι όμως δεν το δέχεται ότι έχει μέρος της ευθύνης. Πόσο εύκολο είναι πια να μπορεί να καθαρίσει το βλέμμα του σύγχρονου ανθρώπου; Να σπάσει τα δεσμά αν θέλετε και να ξαναγεννηθεί. Η Ορθοδοξία ως πίστη μπορεί σήμερα, στις εποχές της κρίσης, με όλα αυτά που ακούει στα ΜΜΕ, όχι τόσο θετικά υπέρ της εκκλησίας, να πείσει τον νεοέλληνα ότι πρέπει να βουτήξει ξανά στον εσώτερο εαυτό του για  να καθαρθεί;

Τίποτα δεν είναι εύκολο όταν είναι ουσιαστικό. Αλλά και τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται ανάλλαχτο τουλάχιστον σε προσωπικό επίπεδο. Να δοθούν λύσεις στις μαζικές αυτές κοινωνίες δεν ξέρω αν μπορεί να γίνει. Μπορεί όμως ο καθένας να αρχίσει από τον εαυτό του. Δεν είναι δυνατόν να περιμένουμε να αλλάξει όλος ο κόσμος. Το θέμα είναι να προχωρήσω εγώ από τη στιγμή που έχω πάρει είδηση ότι απαιτείται αποκατάσταση νοημάτων και σημασιών τέτοια, που να συμφιλιώνει τον άνθρωπο με τον αληθινό εαυτό του (όχι με τα προσωπεία του) και με την βαθύτερη Αλήθεια της ζωής. Κατά την χριστιανική παράδοση, την οποία ασπάζεται  ο Τ. (και όποιος δεν το βλέπει αυτό στα έργα του ας διαβάσει το Μαρτυρολόγιο) η Αλήθεια αυτή είναι σαρκωμένη.

Σας ευχαριστώ για τον χρόνο που διαθέσατε για την συνέντευξη κι ας ευχηθούμε η Θυσία» να βοηθήσει τους συμπολίτες μας να βρουν το νόημα, το φως που εκπέμπει και να «καθαρίσει» επιτέλους η ματιά τους. 

 Δημοσιεύθηκε στο e-pieria.gr