Δημήτρης Αθανίτης: Είναι καιρός να βγούμε από τη συνεχή αναζήτηση «σωτήρων»

 

Με αφορμή την προβολή της ταινίας «Invisible» που θα γίνει στην έναρξη των 2ων Κινηματογραφικών Αφιερωμάτων Κατερίνης, ο σκηνοθέτης της ταινίας Δημήτρης Αθανίτης, που θα βρίσκεται την ίδια ημέρα στην πόλη μας, μιλά στο e-pieria.gr και στη Μάγδα Παπαδημητρίου – Σαμοθράκη για την ταινία του.

Ο σκηνοθέτης αναφέρεται στο θέμα της ταινίας του, τονίζοντας ότι εκφράζει την άρνηση για υποταγή στον παραλογισμό και την αδικία, αλλά και στην παθητική, συχνά μοιρολατρική αποδοχή των καταστάσεων που βιώνουμε, αλλά  και την αόριστη, βολική μετάθεση των ευθυνών για μια πρωτοβουλία σε κάποιους άλλους.

Συνέντευξη στη Μάγδα Παπαδημητρίου - Σαμοθράκη

Κύριε Αθανίτη ευχαριστώ πρώτα που μου παραχωρείτε συνέντευξη για το e-pieria. Ερχόσαστε στη πόλη μας στα 2α κινηματογραφικά αφιερώματα με αφορμή τη προβολή της ταινίας σας «Invisible», που θα παρουσιαστεί στο κινηματογραφόφιλο κοινό.

Είναι η 7η ταινία μου και μιλά για κάτι που συμβαίνει δίπλα μας και μάλιστα όλο και πιο συχνά. Για κάποιον που είναι πολύ κοντά μας αλλά παραμένει αόρατος στα μάτια μας. Ταυτόχρονα είναι για μένα μια επιστροφή στη λογική της πρώτης μου ταινίας, το «Αντίο Βερολίνο» αφού ξαναβρίσκω ένα μοναχικό άντρα ήρωα στο κέντρο της ιστορίας μου, τον οποίο υποδύεται ο Γιάννης Στάνκογλου.

Είναι μια ελληνική παραγωγή όμως έχει αγγλικό τίτλο. Γιατί οδηγηθήκατε στο ξένο τίτλο και δεν την αφήσατε ο «Αόρατος»;

Η επιλογή της αγγλικής λέξης INVISIBLE για τον τίτλο της ταινίας, έγινε για να προσδώσει στην έννοια του αόρατου μια πιο αφηρημένη διάσταση. Αόρατος δεν είναι μόνο ο ήρωας ή ο γιός του, είναι ένας ολόκληρος κόσμος γύρω τους. Ήθελα τίτλο χωρίς άρθρο, που να μπορεί να παραπέμπει σε κάτι γενικότερο από τον ήρωα και την ιστορία του, να παραπέμπει στο κοινωνικό αόρατο.

Ο Άρης, ο ήρωας της ταινίας  είναι ένας μοναχικός 35άρης, χωρισμένος, που δουλεύει σε ένα εργοστάσιο. Πού όταν απολύεται χωρίς καμιά προειδοποίηση, αποφασίζει να αποδώσει δικαιοσύνη ο ίδιος, καθώς νιώθει θύμα μιας ακραίας αδικίας. Στο πρόσωπό του βλέπουμε πολλούς ανθρώπους με την ίδια τύχη από το 2010 που έγινε το πρώτο μνημόνιο μέχρι σήμερα.

Σίγουρα εκφράζει τη τύχη πολλών ανθρώπων γύρω μας, κυρίως όμως μιλά για μα θέση, μια κατάσταση που δυνητικά μπορούμε να βρεθούμε όλοι. Ωστόσο στις προηγούμενες ταινίες μου, αν και ποτέ δεν ήταν πολιτικές υπήρχαν σημάδια που μιλούσαν για αυτό που πραγματικά συνέβαινε, γι’ αυτό που ήταν ακόμη «αόρατο» αλλά σύντομα θα γινόταν ορατό.  

Το 1993 γύρισα τη πρώτη μικρού μήκους ταινία μου, την «Φιλοσοφία». Μόλις είχε ξεκινήσει ο πόλεμος στο Σεράγεβο και το σενάριο της ταινίας ήταν το εξής: οι πόλεμοι στα Βαλκάνια επεκτείνονται, η ελληνική οικονομία καταρρέει, ο Πρόεδρος κυρήσσει Πτώχευση. Αυτή η ταινία πήρε τότε στη Δράμα, το Βραβείο Φανταστικού. Λίγα χρόνια αργότερα, ήταν πραγματικότητα! 

Πόσο αόρατοι είμαστε τελικά και πώς μπορεί να αντιδράσει ο απλός κόσμος ώστε να μη μείνει ένα απλό νούμερο στη καταστροφή της χώρας μας;

Ο καθένας θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες του και έχουμε όλοι. Είναι καιρός να βγούμε από τη συνεχή αναζήτηση «σωτήρων», από τις εύκολες, βολικές βεβαιότητες. Είναι καιρός να βάλουμε κάποια ερωτηματικά.

Οργή, εκδίκηση, ή άρνηση στην υποταγή συμβολίζει το «Invisible»;

Σίγουρα συνυπάρχουν όλα αυτά που αναφέρετε αλλά η ταινία κυρίως εκφράζει την άρνηση για υποταγή στον παραλογισμό και την αδικία. Και επίσης την άρνηση στην παθητική, συχνά μοιρολατρική αποδοχή των καταστάσεων που βιώνουμε και την αόριστη, βολική μετάθεση των ευθυνών για μια πρωτοβουλία σε κάποιους άλλους.

Δυστυχώς μετά από τόσα χρόνια αντί το Εγώ να γίνει Εμείς, προτιμούμε να στηρίζουμε τις ξένες παραγωγές. Δεν στηρίζουμε τους Έλληνες σκηνοθέτες. Φταίει η ξενομανία μας ή ότι η Πολιτεία δεν στηρίζει τον Ελληνικό κινηματογράφο;

Υπάρχει κάποια στήριξη από την Πολιτεία, που όμως φθίνει, είναι σε πτωτική πορεία. Αν το δούμε πάντως ευρύτερα, θα διαπιστώσουμε ότι όπως σε όλους τους τομείς, δεν στηρίζουμε το εθνικό προϊόν έτσι και στο σινεμά, προτιμούμε την εύκολη, υπερβολική χωρίς νόημα κατανάλωση. Η Ελλάδα έχει ρεκόρ εισαγωγής ταινιών και μάλιστα σε πανάκριβες τιμές. Όλες οι ευρωπαικές –και όχι μόνο- χώρες προσπαθούν να υποστηρίξουν και να προωθήσουν το σινεμά τους με κάθε τρόπο. Οι Κάννες, το Φεστιβάλ Βερολίνου, τα Όσκαρ δεν είναι πάρα μηχανισμοί προώθησης των ταινιών τους. Εμείς αρκούμαστε στον ρόλο του πειθήνιου καταναλωτή.

Το Εγώ μας όχι μόνο δεν εξελίσσεται σε Εμείς αλλά είναι ταυτισμένο, σχεδόν υπόδουλο στο Αυτοί. 

  

Ποια είναι η απήχηση της ταινίας;

Το Invisible είναι για 4 μήνες σε αθηναϊκές αίθουσες, έχει ταξιδέψει σε  άλλες 16 ελληνικές πόλεις, έχει 10  βραβεία και συμμετοχή πάνω από 20 φεστιβάλ  σε όλο τον κόσμο από τη Σαγκάη και το Σίδνεϋ μέχρι το Λος Άντζελες και το Σαν Φρανσίσκο. Κυρίως όμως, έχει ενθουσιαστική υποδοχή από τον κόσμο. Και μιλάμε για μια ταινία που δεν μακιγιάρει την πραγματικότητα, δεν χαϊδεύει ούτε κολακεύει τον θεατή. Μιλάμε για μια ταινία γροθιά.

Φοβόμαστε να κοιτάξουμε τη κρίση ή ακόμη ρίχνουμε την ευθύνη στους άλλους; Ότι οι άλλοι φταίνε για όλα τα κακά και εμείς είμαστε άμοιροι των ευθυνών; Ο Άρης το βιώνει  αυτό στη ταινία;

Σίγουρα μεταθέτουμε τις ευθύνες στους άλλους. Ο ήρωας της ταινίας, ο Άρης προσπαθεί να βρει μόνος τη λύση. Προσπαθεί να ξαναμπεί στη δουλειά του κι όταν αποτύχει επανειλημμένα, θα δοκιμάσει να αποδώσει δικαιοσύνη ο ίδιος.

Για να κλείσουμε τη κουβέντα μας και να σας ευχαριστήσω για το χρόνο που διαθέσατε, ο Άρης δίνει τη λύση στο να μην είμαστε αόρατοι  ή απλά μας προβληματίζει και αφήνει εμάς να το παλέψουμε;

Η λύση που προτείνει ο ήρωας μέσα από τη στάση του, είναι καθαρή: ας πάψουμε να είμαστε παθητικοί, ας αντιδράσουμε, ας πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας. Και άσχετα από την έκβαση της προσπάθειας και των μέσων που χρησιμοποιεί, αυτό είναι για μένα απόλυτα αισιόδοξο!

Δημοσιεύθηκε στο e-pieria.gr