Βεατρίκη Σαίας-Μαγρίζου - Το βραχιόλι της φωτιάς - Εκδόσεις Καστανιώτη

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη 

Ένα βιβλίο γεμάτο μνήμες. Μνήμες-γροθιές στο στομάχι, μας φέρνει η Βεατρίκη Σαίας-Μαγρίζου με την αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου της «Το βραχιόλι της φωτιάς» από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Να υπενθυμίζω πως η πρώτη έκδοση έγινε το 2006. Όσοι γνωρίζουν την ιστορία της Ελληνικής Εβραικής Κοινότητας και τα δεινά που υπέφερε, από τους Γερμανούς κατακτητές και όχι μόνο, θα το διαβάσουν ως ένα πολύ ωραίο λογοτεχνικό έργο, με ένα λόγο που ρέει και σε καθηλώνει, με εικόνες και περιγραφές που σοκάρουν και χαράζονται στη μνήμη. Όσοι πάλι δεν γνωρίζουν, θα πληροφορηθούν πολλά για τη ζωή του Ελληνικού Εβραϊκού πληθυσμού, την καθημερινότητά τους, τις γεύσεις, τις αντιλήψεις, τη μόρφωση και την κουλτούρα τους. Αλλά και πόσο έντονα είχαν στην ψυχή τους το πατριωτικό συναίσθημα και την ευθύνη. 

Η συγγραφέας ανασύρει την ιστορία της πολυμελούς οικογένειάς της, από τη μεριά του πατέρα της, και τους ακολουθεί σε ένα τραγικό οδοιπορικό. Συμπορεύεται στα βήματα της οικογένειας Σαίας, από τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 όπου καταστρέφεται η εβραϊκή συνοικία Κάμπελ της Θεσσαλονίκης από τη φασιστική οργάνωση ΕΕΕ και η μάνα με τα πέντε παιδιά της, βρίσκει καταφύγιο σε έναν καταυλισμό τσιγγάνων. Συνεχίζει να βιώνει μαζί τους την άνοδο του ναζισμού, τον αλβανικό πόλεμο. Γνωρίζουμε μέσα από τις 253 σελίδες του, για τη συγκέντρωση των Θεσσαλονικέων Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας, τον εξευτελισμό και τη χαμένη αξιοπρέπεια που υπέστησαν, για το γκέτο του βαρόνου Χιρς, για τα τρένα προς το Νταχάου, το Μπίρκεναου και το Άουσβιτς, για τον ραβίνο Κόρετς, για την Ζάκυνθο όπου ο λαός της μαζί με τον Δεσπότη και τον Δήμαρχο, προστάτευσε τους Εβραίους συνανθρώπους τους και δεν χάθηκε κανείς τους, και για πολλά ακόμη δεινά που τράβηξε αυτή η φυλή λόγω της θρησκείας της. Γιατί ήταν διαφορετικοί, γιατί δεν ανήκαν στην Άρια φυλή. Ο φασισμός άλλωστε δεν θέλει κάτι διαφορετικό. Μέσα στα τρένα, οι περιγραφές θα σας ταρακουνήσουν, η συγκίνηση θα φτάσει στο αποκορύφωμα. Μας μιλά ακόμη για τη θέση της γυναίκας μέσα στη θρησκεία αλλά για το πόσο περισσότερο ένιωθαν Εβραίοι, μετά τον εξευτελισμό και τον ρατσισμό των Γερμανών απέναντί τους. Η συγγραφέας βιώνει και την τραγική επιστροφή των επιζήσαντων, που γύρισαν με σαλεμένα μυαλά, με καταθλίψεις και σφραγισμένα στόματα. Δεν ήθελαν να θυμούνται τίποτε από όλα αυτά που βίωσαν.Επέστρεψαν χωρίς να βρουν τις περιουσίες τους που άφησαν πίσω, αφού οι «καλοί Χριστιανοί συμπολίτες» και όχι μόνο, πίστευαν πως δεν θα γυρίσει κανείς από την κόλαση. Και τα κέρδισαν με όχι τίμιο τρόπο. Η Μπενούτα, η δυναμική μάνα, ο Μεντές, ο πατέρας και ο άξιος επιχειρηματίας, τα παιδιά τους: ο Ραούλ, σιωνιστής μέχρι το κόκαλο, που πήγε να ζήσει στο Ισραήλ, η Φρίντα , η Ρούλα, ο Νταβίκος, ο Μίκος, ο Ζακίνος και ο Ιωσήφ, είναι η οικογένεια που είναι και οι πρωταγωνιστές της ιστορίας. Μου άρεσε πολύ που συνέδεσε την ιστορία της οικογένειας με την οικογένεια του Αγγελή, αλλά και όλη την τσιγγάνικη φυλή, που τους σώζουν και τους φιλοξενούν, μετά τη πυρκαγιά, στον καταυλισμό. Οι τσιγγάνοι επανέρχονται στο μυθιστόρημα μέσα στο στρατόπεδο συγκέντρωσης αλλά και στο ανατρεπτικό τέλος. Πιστεύω πως δεν είναι τυχαία η σύνδεση των δυο φυλών. Κοινή η μοίρα τους, τα ίδια δεινά τράβηξαν στο μπλοκ 10 του Νταχάου, νούμερα χαράχτηκαν στα μπράτσα τους, τα ίδια πειράματα έγιναν στα κορμιά τους, στην ίδια υψικάμινο έχασαν τη ζωή τους. Συμβολικό επίσης είναι το βραχιόλι της φωτιάς, όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου, που το έλαβα ως σύμβολο ευγνωμοσύνης, ευχαριστίας. Το βραχιόλι της φωτιάς, είναι ένα κειμήλιο, που φορούσαν οι Εβραιοπούλες όταν ενηλικιώνονταν («μπατ μίτσβα» λέγεται η τελετή ενηλικίωσης των κοριτσιών) και που άντεξε σε όλες τις παραπάνω φωτιές, πραγματικές και μεταφορικές. Επίσης αναφέρεται συχνά και το πιάνο, δείχνοντας την παιδεία και την κουλτούρα της φυλής. Δεν υπήρχε εβραίικο σπίτι που ανήκε σε εύπορες οικογένειες, που να μην έχει ένα μουσικό όργανο, που να μη γνωρίζουν τα παιδιά τους ξένες γλώσσες. 

Καθυστέρησαν πολύ να μιλήσουν οι επιζήσαντες από την κόλαση. Κι όταν μίλησαν, όταν άρχισαν να αφηγούνται τα όσα τράβηξαν, γράφτηκαν βιβλία, εμφανίστηκαν οι φωτογραφίες, όσες πρόλαβε να σώσει ο φωτογράφος του Άουσβιτς με την απελευθέρωση, ώστε να γνωρίζουμε. Έγιναν ταινίες, ντοκιμαντέρ, γιατί η εικόνα αποτυπώνεται. Δεν ήταν παραμύθι αλλά το δράμα εκατομμυρίων ανθρώπων. «Το βραχιόλι της φωτιάς» είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο που δικαιολογημένα γίνεται η μεταφορά του στη μικρή οθόνη, τον ερχόμενο χειμώνα στην ΕΡΤ. Καλοτάξιδη να είναι και η δεύτερη έκδοση! 

«Οι ρίζες και οι παραδόσεις είναι οι μόνες που μπορούν να κρατούν ζωντανές τις κάθε λογής μειονότητες, όπου κι αν βρίσκονται αυτές. Θα’ χαμε εξαφανιστεί, αν δεν κρατούσαμε όλα αυτά τα έθιμα που οι πρόγονοι μας μάς άφησαν». 

«Η νίκη μας στον ναζισμό είναι η συνέχισή μας και πως αυτό θα γίνει μόνο με τη διατήρηση της μνήμης»