Γιάννης Καλπούζος - Ραγιάς. Μέρες και νύχτες 1821» - εκδόσεις Ψυχογιός

ragias

«Να μην είμαι ραγιάς στον Τούρκο που με πατούσε στον σβέρκο και δεν με λογάριαζε για πλάσμα ανθρώπινο. Όμως να μη γίνομαι και ραγιάς στο πλάνεμα του ξένου, στα δανεικά λεφτά του, που τα γυρεύει με τους τόκους διπλά και τρίδιπλα και με κρατάει έτσι μόνιμα σκλάβο» σελίδα 513

Τον Γιάννη Καλπούζο τον παρακολουθώ συγγραφικά, αδιάκοπα σχεδόν από την αρχή της συγγραφικής του πορείας, από το Ιμαρέτ. Κάθε βιβλίο του είναι ένα μαγευτικό ταξίδι στην ιστορία και τον τόπο όπου διαπραγματεύεται. Η έρευνα του μεγάλη, η πένα του υπέροχη, ποιητική, αφού ο ίδιος είναι και ποιητής-στιχουργός. Η γλωσσική ντοπιολαλιά του κάθε τόπου, γίνεται κτήμα του. Γιατί μπορεί στο εν λόγω βιβλίο, η ντοπιολαλιά να είναι πιο οικεία, αφού είναι Ηπειρώτης αλλά μη ξεχνούμε το βιβλίο του «Σέρα» που αφορούσε τον Ποντιακό Ελληνισμό. Ο Γιάννης Καλπούζος διεισδύει βαθιά στην ψυχή του κάθε λαού και το έχει αποδείξει εδώ και χρόνια. Μαζί όμως με την ιστορία που καταπιάνεται, διυλίζει και ξεκοκαλίζει από κάθε οπτική, ψάχνοντας την πίσω από τα γεγονότα, έρχεται η μυθοπλασία και οι ήρωες του, που ο καθένας ξεχωριστά γίνεται κομμάτι μας.

Τα μηνύματα του, γίνονται προβληματισμός, αν φυσικά επιθυμούμε να ακονίσουμε την κριτική μας σκέψη. Πιστεύω πως αυτό επιθυμεί ο συγγραφέας από τους αναγνώστες του. Το πρώτο πρόσωπο που χρησιμοποιεί, βάζοντας τον πρωταγωνιστή του τον Αγγελή να αφηγείται, το καθιστά πολύ οικείο και μας παρασέρνει ως συνοδοιπόρους, στον ανεμοστρόβιλο εκείνων των χρόνων. Θα συμπορευτούμε με τους ήρωες και θα νιώσουμε συναισθηματικές φορτίσεις από τα προεπαναστατικά χρόνια, το 1816, μέχρι το 1829.Οι τόποι που θα γνωρίσουμε είναι Πάτρα, Τριπολιτσά, Ναύπλιο και Μεσολόγγι όπου υπήρχαν τα κέντρα των πολεμικών συρράξεων. Θα ζήσουμε την σκληρή καθημερινότητα των ηρώων, επώνυμων και ανώνυμων. Μια καθημερινότητα που θα μας απορροφήσει και θα νιώσουμε έντονα τους ψυχολογικούς κραδασμούς όλων των πρωταγωνιστών. Θα γεννηθούν όμως ερωτήματα και προβληματισμοί που σε κανένα σχολικό εγχειρίδιο δεν αναλύθηκαν. Ο Καλπούζος γνωρίζει πως θα μπήξει το μαχαίρι βαθιά στην πληγή του λαού μας και θα βγάλει το σάπιο αίμα. Τελικά ποιοι αγωνίστηκαν για τη λευτεριά μας; Οι προβεβλημένοι ήρωες ή ο ανώνυμος Έλληνας; Ποια ήταν η θέση της γυναίκας του 1821 και ποια είναι η ομοιότητα της με το σήμερα; Γιατί, διαβάζοντας αυτό το υπέροχο βιβλίο, καταστάλαξα πως το 1821 δεν ήταν επανάσταση αλλά ξεσηκωμός. Η επανάσταση αλλάζει την κοινωνία, πράγμα που δεν έγινε. Ανεβάζει τη γυναίκα και την κάνει ισότιμη με τον άντρα. Αυτή την εξύψωση δεν την είδαμε ούτε στις ζωές των γυναικών που διέθεσαν τα πάντα για τον αγώνα. Πόσο περισσότερο στις ανώνυμες γυναίκες. Θα δούμε ακόμη τη ζωή των Τούρκων, στα μέρη όπου κατέλαβαν οι Έλληνες. Δεν παραδεχτήκαμε ποτέ τις αλήθειες της ιστορίας μας. Μήπως αν γνωρίζαμε τη ρίζα του κακού θα ήμασταν διαφορετικοί ως λαός; Διακόσια χρόνια τώρα σιωπούμε την αλήθεια, νιώθοντας ακόμη ραγιάδες. Και αυτό έχει εισχωρήσει στο γονίδιο μας και μεταφέρεται σε κάθε γενιά. Ήταν το ριζικό μας;

. «…Α, ρε Ελλάδα, δεν χόρτασες με τόσο αίμα… άλλον δεν έχω να σου δώκω… Καρτέρα να μεγαλώσουν τα εγγόνια μου…»

Γι αυτόν τον λόγο αγάπησα κι αυτό το βιβλίο του. Γιατί πλούτισα από γνώσεις κι επιβεβαίωσα ακόμη μια φορά, αυτά που πιστεύω χρόνια. Πως η Ελλάδα ζούσε και συνεχίζει να ανασαίνει μέσα από τις προδοσίες και τον ραγιαδισμό της. Θα ζει πάντα στη σκιά των Μεγάλων Δυνάμεων γιατί δεν μπορούμε να ζούμε ανεξάρτητοι όσο κι αν περηφανευόμαστε ότι είμαστε. Αυτό το βιβλίο θα χτυπά ακανόνιστα στις καρδιές μας για πολλά χρόνια και θα προστρέχουμε σ’ αυτό πολύ συχνά για να επιβεβαιώνουμε πως η ιστορία επαναλαμβάνεται. Όπως όλα τα βιβλία του αγαπημένου συγγραφέα που δεν λησμονιούνται, έτσι κι αυτό θα μείνει στις καρδιές μας. Καλοτάξιδο να είναι Γιάννη Καλπούζο!

«Δεν θέλουν οι φαγάδες τον πρίγκηπα, τον σωτήρα της επανάστασης, οι τουρκολάτρες οι τουρκοκοτσαμπάσηδες. Θέλουν να μας έχουν σκλάβους όπως και πριν. Πρέπει να κινηθούμε για να μάθουν ότι ξυπνήσαμε και δεν κοιμόμαστε ως ηλίθιοι» σελίδα 131

«Ο πόλεμος είναι δίκαιος όταν κινείται προς την κατάκτηση της ελευθερίας. Κι ούτε κερδήθηκε ποτέ λευτεριά χωρίς να βρομίσουν τα χέρια όσων πάλεψαν γι αυτή» σελίδα 171

«Άμα λογαριάζεις για πατρίδα τον ένα ή τον άλλο που διαφεντεύει, λαθεύεις. Εμείς θελήσαμε να φτιάξουμε πατρίδα, τη βάλαμε στον νου μας και θα της χρωστάμε μέχρι να βγει η ψυχή μας». Σελίδα 396