Οι άνθρωποι στο όνομα της ελευθερίας φυλακίζουν άλλους ανθρώπους, στο όνομα της ειρήνης πολεμούν και στο όνομα της αγάπης και της πίστης τους, αφαιρούν ζωές χωρίς έλεος.
Όταν σε τρεις μέρες διαβάζεις ένα βιβλίο και η αδρεναλίνη «χτυπά» κόκκινο, όλα τα συναισθήματα σε πλημμυρίζουν και δεν θέλεις να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου, θα πει ότι ο συγγραφέας ή οι συγγραφείς στη προκειμένη, έχουν βρει τη μαγική συνταγή για να σε κερδίσουν. Οι αγαπημένες συγγραφείς Έφη Καγξίδου και Λίνα Σπεντζάρη, μετά το πρώτο τους βιβλίο «Ούτε η μάνα μου» που αγαπήθηκε από πάρα πολλούς αναγνώστες, έρχονται με το «Περίμενέ με θα γυρίσω», πάλι από τις εκδόσεις ΈΞΗ, για να μας ταξιδέψουν ξανά όπως αυτές ξέρουν.
Πόσα κοινά σημεία, ποιά συστατικά τις ένωσαν τόσο όμορφα και δεν μπορεί να καταλάβει ο αναγνώστης ποιά από τις δυο έγραψε ποιό κεφάλαιο; Ναι, οι αξίες της ζωής, η υπέρμετρη ευαισθησία και τα πιστεύω τους πάνω σε πεποιθήσεις ακλόνητες, ήταν αυτά που πλέχτηκαν όμορφα για να γράψουν κι αυτό το βιβλίο. Σίγουρα είναι δύσκολο εγχείρημα, μα τα κατάφεραν. Το χτίσιμο των ηρώων, τα συναισθήματα που τους μπόλιασαν, τα ιστορικά γεγονότα και οι συνέπειές τους στη καθημερινότητα των ηρώων. Σε όλα αυτά, οι συγγραφείς ακούμπησαν την ψυχή τους και έφεραν στα χέρια των αναγνωστών ένα βιβλίο που θα συζητιέται για πολύ καιρό. Τα έθιμα του γάμου, τα παραδοσιακά φαγητά του Πόντου, οι θησαυροί από τις χαμένες πατρίδες που έκρυβαν στις ψυχές τους οι πρόσφυγες και ο αγώνας τους να τα μεταλαμπαδεύσουν όλ’ αυτά στις νεότερες γενιές, αποδεικνύουν γι’ άλλη μια φορά πως κι αν «η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία επάρθεν», πάντα η Ρωμανία θα «ανθεί και φέρει κι άλλο».
Τόποι, ο Πειραιάς και οι Μυρτιές του Κιλκίς. Την ιστορία αφηγείται η κυρία Μόσχα. Αληθινή ιστορία, όπως γράφει στο όμορφο εξώφυλλο του βιβλίου. Πρόσωπα: Η Σοφία και ο Στέφανος Μπαλής, οι πρωταγωνιστές. Ο Ηλίας και η Νόπη, οι γονείς της Σοφίας.
28η Οκτωβρίου 1940. Η καμπάνα αρχίζει να χτυπά ασυνήθιστα γρήγορα. Η οικογένεια της Σοφίας εγκλωβίζεται στις Μυρτιές, ένα μικρό χωριό του Κιλκίς, καθώς όλα τα μεταφορικά μέσα επιτάσσονται. Ο πόλεμος ξεσπά, μα η μοίρα της Σοφίας ακολουθεί μελανότερη πορεία. Ο Αφέντης της περιοχής θέλει να την κάνει γυναίκα του και την αρπάζει με τη βία. Σύμμαχοί του ο πόλεμος και τα σφραγισμένα από φόβο στόματα των κατοίκων. Έκτοτε, οι βιασμοί και οι ταπεινώσεις είναι οι μόνιμοι επισκέπτες της ζωής της. Εγκλωβισμένη και μόνη, υπομένει τα πάντα. Όμως η Σοφία είναι αγωνίστρια και η ψυχή της δεν μπορεί να δεχτεί κανενός είδους κατακτητή. Μοναδικός της σύμμαχος, η αγάπη. Μια αγάπη κι από το θάνατο πιο δυνατή.
Ο Λάμπης Γκίκας, σκληρός και αδυσώπητος. Τσιφλικάς που του ανήκουν οι ζωές όλων, ανθρώπων και ζωντανών. Άνθρωπος, θύμα και θύτης κουβαλάει αμαρτίες και συνεχίζει όπως έμαθε. Αγράμματος, σκληρός με όλες τις συνέπειες στην ζωή των άλλων. Γράφουν στη σελ. 55 «Ο Αφέντης είναι βλέπεις ο φόβος και ο τρόμος της περιοχής. Στο χωριό δεν γίνεται τίποτε χωρίς την άδεια του. Δεν σου είπαν πώς όταν περνά ο αφέντης, οι άνθρωποι πρέπει να σκύβουν το κεφάλι τους;» Και στη σελ. 123. «Μα ποιος τολμούσε να εναντιωθεί στις πράξεις του Αφέντη, να ανοίξει το στόμα του;» Ο Λάμπης Γκίκας, που πίστευε πως «τα γράμματα δεν χρειάζονται στον άνθρωπο άμα έχει τόσα λεφτά» και πως το φύλο του παιδιού εξαρτάται από τη γυναίκα. «Ανίκανη! Ούτε ένα γιο δεν είσαι άξια να μου δώσεις….». Αναγνώριζε μόνο το δίκαιο του ισχυρού.
Από την άλλη, η Σοφία, δυναμική, αγέρωχη, έτοιμη να θυσιαστεί για τον μεγάλο της έρωτα και για τη πατρίδα, ρισκάροντας τα πάντα. Έλεγε πως: «Τον σεβασμό τον κερδίζεις, δεν σου τον επιβάλλουν!». Της μιλούσε ο Στέφανος Μπαλής, ο δάσκαλος, για την Ελλάδα, τον Πολιτισμό της και της γέμισε τα σωθικά με μια φωτιά που δεν έσβησε ποτέ. Γράφουν στη σελ. 29 «Μια χούφτα γης η Ελλάδα μας, κορίτσι μου, και γέννησε πολιτισμό, που στο φως του υποκλίνονται ακόμα. Έναν πολιτισμό που δεν τον κράτησε για τον εαυτό της. Τον μοίρασε απλόχερα σ΄ όλο τον κόσμο». Ο Ορέστης, ο Γιάννος, ο Άγγελος, η Αρετή, η Βάγια, η Μυρτώ και πολλοί άλλοι που τους δόθηκε ένας ρόλος ήταν
ξεχωριστοί στη ζωή τους. Δεύτερος ή τρίτος, δεν έχει σημασία. Χωρίς αυτούς δεν θα ήταν το μυθιστόρημα τόσο δυνατό, όπως το απόλαυσα. Νίκησαν μαζί τις προκαταλήψεις, αγωνίστηκαν για την λευτεριά, νίκησαν το φόβο για τη ζωή.
«Η Σοφία... κρατηθείσα από την 7/3/1945 απολύεται σήμερον δυνάμει του... Αθήνα, Πέμπτη 12/04/1951». Τρεις μελανές αράδες όλες κι όλες τα ατελείωτα μερόνυχτά της στη φυλακή. Μια σφραγίδα στρογγυλή με υπογραφή πάνω της, τα κλειδιά της ελευθερίας της. Και το μυαλό της γυρίζει πίσω...
Ένα από τα δυνατά αποσπάσματα που μου άρεσε, ήταν για τη κηδεία του Κωστή Παλαμά. Πολύ συγκλονιστική σκηνή ήταν, όταν εκπρόσωπος των Γερμανών πήγε να καταθέσει στεφάνι. «Είναι ελεύθεροι οι νεκροί. Τιμές μόνο τους πρέπουν κι όχι στεφάνια από χέρια ματωμένα, βέβηλα…» φώναξε ο λαός. Πού βρήκε τόση δύναμη να γεμίσει τα σωθικά του; Ήταν από την Ποίηση; «Η Ποίηση τους κοίταζε από ψηλά και χαμογελούσε ευχαριστημένη. Τα κατάφερε. Φύσηξε μέσα τους δυνατά. Φούντωσε της επανάστασης τη φλόγα που σιγόκαιγε στις ψυχές τους από καιρό»
Θα έγραφα πολλά ακόμη μα δεν θέλω να χάσετε τη μαγεία της ανάγνωσης. Ούτε θέλω να μου ξεφύγει κάποιο μυστικό. Ελπιδοφόρο το τέλος και πολύ δυνατό…. Καλή ανάγνωση!
Η μνήμη είναι το χρέος μας σε εκείνους που έφυγαν. Σήμερα πρέπει να προσπεράσουμε τα χρόνια της αμφισβήτησης. Να δώσουμε χώρο στη συμφιλίωση. Να μάθουμε να ζούμε με τις απώλειες μέχρι οι πληγές να γίνουν ουλές. Κουραστήκαμε να κουβαλάμε στις πλάτες μας τις αμαρτίες μας. Στη θέση του πόνου να βάλουμε τη ζωή και να ξορκίσουμε το θάνατο. Να χτίσουμε τις γέφυρες που ενώνουν. Να γκρεμίσουμε τα τείχη της άρνησης.