Ο Αντώνης Χαριστός μιλάει στο Bookia για τα νέα του βιβλία «Οι μαστοί των Αθηνών» και το μελέτημα για το έργο του Άγγελου Τερζάκη.
Αφορμή γι αυτή την κουβέντα με τον Αντώνη Χαριστό, είναι η έκδοση δυο βιβλίων από τις εκδόσεις Γράφημα, που εκδόθηκαν πρόσφατα. Να υποθέσω πως αιτία της συγγραφικής παραγωγής ήταν ο εγκλεισμός;
Αντώνη Χαριστέ σας ευχαριστώ γι’ αυτή την κουβέντα. Πού οφείλεται η έκδοση δυο μαζί βιβλίων μέσα στην καραντίνα; Μπορώ να πω πώς είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα σε όσους ένιωσαν πως έζησαν τον εφιάλτη.
Τα έργα στα οποία αναφέρεστε είναι το μυθιστόρημα "Οι μαστοί των Αθηνών" και η μελέτη για τον Άγγελο Τερζάκη "Η λογοτεχνία της ευθύνης. Ιστορία και ταυτότητα στη λογοτεχνική κίνηση του '30. Ο ρόλος του Άγγελου Τερζάκη". Επρόκειτο για δύο διαφορετικού είδους εργασίες. Για το λόγο αυτό δεν συγχέονται. Το μόνο κοινό τους στοιχείο είναι το χρονικό πλαίσιο δημιουργίας. Τα μέτρα προς περιορισμό εξάπλωσης της πανδημίας στη χώρα μας μετέβαλαν άρδην τις συνθήκες λειτουργίας μίας ολάκερης κοινωνίας όχι όμως και τον ετήσιο προγραμματισμό μου. Καθ οιονδήποτε συνθήκες τηρώ απαρεγκλίτως τον προγραμματισμό τον οποίο θέτω εξ αρχής. Οφείλω να υπογραμμίσω, ωστόσο, το γεγονός οτι οι συνθήκες κατά τις οποίες αντιμετωπίστηκε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται το ζήτημα της πανδημίας ευνόησε την εξασφάλιση επιπλέον ζωτικού χρόνου για την ολοκλήρωση των εργασιών. Χρόνος, στη διασταλτική του ερμηνεία, ο οποίος επενδύθηκε εξ ολοκλήρου στην συγκέντρωση, αφομοίωση και αξιοποίηση ενός αρκετά επίπονου όγκου υλικού. Ειδικότερα όσον αφορά το μελέτημα μέσα σε δέκα μήνες όφειλα να διερευνήσω μία εκτεταμένη επιστημονική αναφορά τόσο από ιστορική, πολιτική, οικονομική, πολιτιστική οπτική όσο και από αυτή της λογοτεχνίας. Επομένως, η έκδοση των εν λόγω έργων οφείλεται αποκλειστικά στην απαρέγκλειτη τήρηση του ετήσιου προγράμματος το οποίο θέτω εαυτόν με την ευνοϊκή συγκυρία εξεύρεσης περαιτέρω χρόνου στη βάση των μεταβολών τις οποίες επέβαλε η πανδημία.
Ποια ήταν η αφορμή για τη συγγραφή του βιβλίου «Οι μαστοί των Αθηνών»;
«Οι μαστοί των Αθηνών» δημιουργήθηκαν στα ίδια υλικά σύνθεσης με τα οποία γράφηκε τόσο το συλλογικό μυθιστόρημα της Υπερρεαλιστικής Ομάδας Θεσσαλονίκης "Δανδής και Ονειροπόλος" όσο και στο προηγηθέν εκ μέρους μου έργο (νουβέλα) "μποστάνι Δημοκρατίας". Και στα δύο αυτά έργα επίκεντρο της θεματικής είναι το ζήτημα της ηθικής. Ηθική η οποία κατασκευάζεται και καταναλώνεται σε μαζική κλίμακα μεταβάλλοντας μερικώς τα μορφικά σχήματα όπως προσαρμοστεί στις αλλαγές τις οποίες υφίσταται η υλικοτεχνική υποδομή της κοινωνίας. Αναφέρομαι, φυσικά, στις οικονομικές δομές αυτής. Και στα τρία έργα επεξεργάζομαι (στο συλλογικό ασχολήθηκα με το πρώτο και το έβδομο κεφάλαιο) την έννοια και το περιεχόμενο της ηθικής όπως προωθείτε στο δημόσιο λόγο. Την ίδια στιγμή, η ίδια αυτή ταυτότητα ηθικής, με τις απαγορεύσεις, τους περιορισμούς, τους ελέγχους και της αντανακλάσεις στο κοινωνικό γίγνεσθαι, μεταπλάθεται στα πλαίσια του ιδιωτικού λόγου. Το δρων υποκείμενο μεταχειρίζεται την στάση του έναντι των πραγμάτων με τάση αυθαιρεσίας, υποστηρίζοντας μία επιφανειακή και ουσιαστικά ανεδαφική αίσθηση ελευθερίας. Η τελευταία διαβαθμίζεται στις καθημερινές σχέσεις επικοινωνίας και πρακτικής εφαρμογής του λόγου διατηρώντας στο προσκήνιο το προσχέδιο ατομικής ευθύνης. Στην πραγματικότητα το δρων υποκείμενο παραμένει εγκλωβισμένο σε μία ελευθερία δίχως περιεχόμενο. Ταυτίζεται με την ψευδαίσθηση αυτής προκειμένου να επιβιώσει σε έναν κόσμο που δεν την ανέχεται.
Κάνοντας τον συνήγορο της συντηρητικής κοινωνίας: Το βιβλίο έχει ένα τολμηρό εξώφυλλο και ερωτικές ομόφυλες σκηνές. Δεν προβληματιστήκατε αν το δεχτεί ή το κατακρίνει μερίδα της κοινωνίας; Γνωρίζοντας φυσικά ότι όλα γίνονται για το θεαθήναι;
Σας ευχαριστώ για την ερώτηση. Ποτέ μου δεν γράφω με σκοπό να προκαλέσω, πόσο μάλλον να ξεσηκώσω, αρνητικές κριτικές με γνώμονα μία ερωτική σκηνή ή ένα τολμηρό εξώφυλλο. Οτιδήποτε εντάσσεται στη θεματική και τις στοχεύσεις του έργου υπηρετεί με το δικό του τρόπο τις αναγκαιότητες τις οποίες θέτω εξ αρχής. Επομένως, στην περίπτωση του ομοφυλοφιλικού έρωτα και δη την απεικόνιση του εξωφύλλου, δεν σκέφτηκα ούτε ενήργησα με στόχο την πρόσκληση αλλά την καταγραφή μία πτυχής της ιστορίας μέσα από την οποία θα αποτυπωθεί ευκρινώς και δίχως ατελέσφορες ερμηνείες η ατομική ηθική και στην ερωτική της μορφή. Μία ηθική η οποία απελευθερώνεται με όχημα την ιδιωτικότητα την ίδια ακριβώς στιγμή κατά την οποία είναι έτοιμη να κηρύξει πόλεμο στο δημόσιο λόγο εναντίον οιουδήποτε αποπειραθεί να υπονομεύσει ή/και να ανατρέψει τις επιταγές νομιμοφροσύνης, ηθών και εθίμων. Ουσιαστικά, οι ερωτικές περιπτύξεις οφείλουν να ειδωθούν από την εξωτερική θέαση της κοινωνικής πραγματικότητας και όχι αυτής της σαρκικής έκφρασης. Είναι η κοινωνία στην κορύφωση της υποκρισίας.
Τι είναι αυτό που ωθεί έναν τριαντατριάχρονο συγγραφέα, να γυρνά στο παρελθόν, και να γράφει μ’ αυτό το λογοτεχνικό ύφος και γλώσσα;
Όσον αφορά τη γλώσσα και το ύφος του έργου επέλεξα και σε αυτή την περίπτωση μία απλοποιημένη μορφή καθαρεύουσας. Ομολογώ πως ακριβώς επειδή τα αναγνώσματά μου υπήρξαν κινητήριος μοχλός επεξεργασίας της έκφρασης η καθαρεύουσα μετατράπηκε σε καταφύγιο μίας ρομαντικής αισθητικής και αξίας. Δεν είναι σε θέση να επικροτήσω μία πολεμική αντιπαράθεση μεταξύ δημοτικής και καθαρεύουσας. Εξάλλου η ιστορία υπήρξε αμείλικτη. Ωστόσο, ούτε με νόμους ούτε με μεταρρυθμίσεις η ποιότητα ενός γλωσσικού σχήματος εγκαταλείπετε ή/και λησμονείται. Η καθαρεύουσα, απλοποιημένη και μη, εξακολουθεί να επιβιώνει σε πτυχές του καθημερινού λόγου, στις εικόνες μίας περασμένης εποχής και στις επιδιώξεις μίας ολάκερης κοινωνίας η οποία συνθλίβονταν κάτω από υλικές προδιαγραφές και επικαιροποιήσεις. Επί της ουσίας, και η εν λόγω γλωσσική μορφή υπήρξε θύμα των ιστορικών πολιτικών επιδιώξεων μίας συγκεκριμένης κοινωνικής απαίτησης δίχως να ρης δοθεί η επιβεβλημένη ελευθερία να αναπνεύσει στις γλωσσικές μεταπλάσεις των κοινωνικών στρωμάτων. Επομένως, καθώς επανέρχομαι μέσω της καθαρευούσης σε εποχές του μακρινού παρελθόντος, επιδιώκω να ανασυνθέσω την αίγλη μίας ρομαντικής αισθητικής.
Η ηρωίδα σας, η Κασσάνδρα Ρωμανού, γράφει ποιήματα, αλλά οι τότε ποιητές και ακαδημαϊκοί, τους ήταν αδιανόητο να τολμήσει γυναίκα να εμφανιστεί στα Γράμματα και τις Τέχνες. Έτσι έβαλε αντρικό ψευδώνυμο. Πιστεύετε πως η κοινωνία έχει ακόμη προκαταλήψεις και στερεότυπα ως προς την ελεύθερη γυναικεία ή αντρική έκφραση;
Δεν αφορά την έκφραση εν γένει. Αφορά την κοινωνική κατασκευή της προκατάληψης. Ανεξαρτήτου κέντρου εξουσίας από την οποία πηγάζει, η προκατάληψη αναπαράγεται και αποκτά διευρυμένη μορφοποίηση ανάλογα με τις κοινωνικές ομάδες και στρώματα δραστηριοτήτων στα οποία απευθύνεται. Η κοινωνική αυτή κατασκευή επιτρέπει την υιοθέτηση μίας ψευδαίσθησης για όσο διάστημα εκείνη επιτρέπει απρόσκοπτα τις διατομικές και διασυλλογικές σχέσεις εξουσίας να επιβάλλονται με τρόπο δημιουργικό στην οικονομική δομή της σύνθεσης του πολιτικού σώματος. Επομένως, εθισμένο καθώς είναι το υποκείμενο σε εξωτερικές ιδεολογικές αναφορές μίας επαμφοτερίζουσας σχέσης με την ατομική του συμμετοχή στο σύνολο και καθώς δεν διαθέτει κριτήρια εξέτασης των δεδομένων παρά μόνο όλα όσα του καταμαρτυρούνται ως αποδεκτά για την κοινωνική πραγματικότητα, εκμηδενίζεται στη δίνη των προκαταλήψεων αναζητώντας αποδοχή. Είναι μία εκ των μεθόδων κατασκευής προσωπικοτήτων άνευ ταυτότητας σε μαζική κλίμακα.
Μαζί με το βιβλίο σας «Οι μαστοί των Αθηνών» εκδώσατε και το μελέτημα «Η λογοτεχνία της ευθύνης» για τη γενιά του 30 αλλά και τον Άγγελο Τερζάκη. Ποια είναι η ευθύνη της γενιάς του ’30 συγκριτικά της δικής μας γενιάς;
Υποστηρίζω πως η γενιά του '30 υπήρξε η κορύφωση μίας εξελικτικής πορείας η οποία συνδύαζε τρία στοιχεία σε άμεση επαφή αλλά δίχως ταύτιση. Από τη μία πλευρά, η επαφή με τα ευρωπαϊκά πνευματικά κέντρα ήδη από την έξοδο των λογίων αμέσως μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης και το πλέγμα πνευματικών σχέσεων με τα ρεύματα σκέψης και από την άλλη πλευρά, η ιστορική εξέλιξη των πολιτικών πεπραγμένων της χώρας μετά την επανάσταση του 1821 διαμόρφωσαν τους όρους για την συγκρότηση της λογοτεχνικής ταυτότητας στην Ελλάδα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή (την καταστροφή της Σμύρνης) η λογοτεχνική παράδοση στον τόπο υπηρετούσε σκοπιμότητες προέκτασης των πολιτικών αναγκαιοτήτων. Μετά την ολοκληρωτική ήττα της Μεγάλης Ιδέας η λογοτεχνία και οι πνευματικοί δημιουργοί αναζητούν νέα ταυτότητα όχι απλώς στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και τα πολιτισμικά άλματα των αντίστοιχων πρωτευουσών αλλά στην αυτονόμηση της λογοτεχνίας και του ρόλου των λογοτεχνών στην συγκρότηση της νέου τύπου προοπτικής προόδου της κοινωνίας εν συνόλω με τους ίδιους σε ρόλο καθοδηγητή. Είναι η στιγμή αποφασιστικής μεταστροφής της παρουσίας των στο δημόσιο λόγο διεκδικώντας διακριτή αναφορά στα πράγματα. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τις μεταβολές που επέφερε στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας ο εμφύλιος κι έως την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών η λογοτεχνία μεταβαίνει σε ατομικό λόγο δίχως συλλογικότητες και ομαδοποιήσεις σε ιδεολογικό επίπεδο (δεν αναφέρομαι σε κομματικές επιταγές). Μετά τη δεκαετία του 1980 κι έως τις μέρες μας η λογοτεχνία έχει απολέσει ολοκληρωτικά το χαρακτήρα μίας διακριτής πνευματικής κοιτίδας στην κοινωνία. Κάτω από στρώματα εμπορευματοποίησης επιβιώνει σε έναν τεχνητό λόγο έχοντας εκμηδενίσει το υποκείμενο αυτού. Δυστυχώς απέχουμε παρασάγγας από την αυτονόμηση της λογοτεχνίας όπως επιτεύχθηκε με τους δημιουργούς της γενιάς του ΄30 και ο δρόμος τον οποίο σκιαγραφούμε είναι ολικά αδιέξοδος.
Πιστεύετε ότι υπάρχει μεγάλο αναγνωστικό κοινό που θα εντρυφήσει σ’ ένα τέτοιο μελέτημα, τη στιγμή που εκδίδονται τόσα ανάλαφρα μυθιστορήματα, που δεν θα τον βάλουν σε υπερβάλλουσα σκέψη, γνωρίζοντας ότι περάσαμε έναν δύσκολο χρόνο με τόσες συνέπειες;
Είμαι ήσυχος όσον αφορά την ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού. Οι πωλήσεις του μελετήματος έχουν υπερβεί κάθε αρχική μας πρόβλεψη. Οφείλω την αμέριστη ευγνωμοσύνη μου σε όλους όσους έχουν στα χέρια τους το έργο. Έχω ήδη λάβει αναλυτικές απόψεις για την οπτική τους πρόσληψη και τις εξετάζω μία προς μία χωριστά. Μολονότι η σκέψη στο σύνολό της διαρκώς υποβαθμίζεται είμαι εκ φύσεως πεπεισμένος ότι η πνευματική δημιουργία δεν δύναται παρά να υπερκεράσει κάθε περιορισμό και κάθε υπονόμευση.
Τι μπορεί να προσφέρει λογοτεχνικά ο Άγγελος Τερζάκης στον σύγχρονο αναγνώστη;
Αρκεί να μελετήσει και να εντρυφήσει κανείς στο δοκιμιακό έργο του Άγγελου Τερζάκη πέραν των μυθιστορημάτων και των θεατρικών έργων. Ο πλούτος σκέψης και η αναλυτική, εις βάθος, προσέγγιση κάθε ζητήματος χωριστά αποτελεί δείγμα υψηλής πνευματικής στάθμης. Η τελευταία καθρεφτίστηκε συνολικά στη στάση του ιδίου στο δημόσιο λόγο αλλά και στη ζωή. Μία κριτική οπτική προσέγγιση η οποία δεν έτρεφε αυταπάτες για τα όρια της ανθρώπινης βούλησης. Και από την άλλη πλευρά υπερτόνιζε τους κινδύνους της αλόγιστης υλικής προόδου δίχως ο άνθρωπος να καταστεί κύριος του εαυτού του και κύριος της φύσης της κοινωνίας που τον περιβάλλει. Όλα τα παραπάνω ενυπάρχουν στο πεζογραφικό του έργο με έντονη την κριτική ματιά στις συνέπειες τις οποίες επιφέρει η αδυναμία κατανόησης των ορίων της κοινωνικής δυναμικής.
Κατά τη γνώμη σας, ποια είναι η ευθύνη των συνομήλικων σου συγγραφέων; Μπορούν να δημιουργήσουν εκείνη τη λογοτεχνία που θα λέμε περήφανα η γενιά του 2000; Μπορούν να φέρουν νέα δεδομένα στα Ελληνικά γράμματα;
Κατηγορηματικά όχι. Η κοινωνική εξέλιξη είναι αμιγώς ατομοκεντρική. Εκκινώντας από τις οικονομικές συνέπειες της υπερβολικής ποσοτικής αύξησης του παραγόμενου πλούτου στην αριθμητική τους διάσταση μεταβαίνουμε στον κατακερματισμό του ατόμου ως εργαλείου αυτής της πολιτικής. Το άτομο καθίσταται τυπικό εξάρτημα μίας μηχανιστικής και εν πολλοίς εργαλειακής αξιοποίησης αυτού άνευ εποικοδομητικής συμμετοχής στην κοινωνική πραγματικότητα παρά μόνο ταυτιζόμενος με την καταναλωτική του αναγνώριση. Με την ίδια ακριβώς προοπτική η λογοτεχνία, ούσα καθημαγμένη στην εμπορευματική της σχέση ανάμεσα στον δημιουργό και το πνευματικό του προϊόν, (το οποίο αναγνωρίζεται μόνο στην οικονομική της συνδιαλλαγή άνευ ποιοτικής κρίσης του περιεχομένου) αδυνατεί να εντοπίσει τον βηματισμό εκείνο που θα της έδινε πρωτοβουλία κινήσεων στην κοινωνική κατηγοριοποίηση των ατομικών και συλλογικών πρακτικών εναλλακτικών επιλογών. Βρισκόμαστε ενώπιον ενός ολικού αδιεξόδου και σε αυτό η λογοτεχνία δεν δύναται να απαντήσει.
Υπερρεαλιστική Ομάδα Θεσσαλονίκης. Εκτός τα έντυπα πουεκδίδετε, και να συγχαρούμε τις εκδόσεις Γράφημα γι αυτή του την αξιοζήλευτη στήριξη στους χαλεπούς καιρούς, σας θαυμάζω για τη συλλογική δουλειά σας, σε μια εποχή που το Εγώ κυριαρχεί και έχετε θαυμαστά αποτελέσματα. Ο «Δανδής και ονειροπόλος» ήταν το πρώτο συλλογικό σας βιβλίο. Θα περιμένουμε κι άλλες εκπλήξεις;
Μετά το συλλογικό μυθιστόρημα «Δανδής και Ονειροπόλος» ακολουθεί ένα συλλογικό θεατρικό έργο το οποίο θα κυκλοφορήσει στα τέλη του τρέχοντος έτους. Ο τίτλος αυτού «Οι φούστες του Βενιζέλου». Υπομονή.
Ευχαριστώ πολύ Αντώνη Χαριστέ και σου εύχομαι και τα δυο βιβλία σου να έχουν την καλύτερη αναγνωστική τύχη.
Σας είμαι ευγνώμων για την απολαυστική συνέντευξη!