Ευτυχία Γιαννάκη, συνομιλεί με τη Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη για τη «Τριλογία της Αθήνας»

eftichia giannaki interview

Μετά την παρουσίαση του βιβλίου της, το τελευταίο της «Τριλογίας της Αθήνας», στην Κατερίνη, η κουβέντα με την Ευτυχία Γιαννάκη κατέληξε σε συνέντευξη. Φιλική, απλή, με πηγαίο διακριτό χιούμορ, με τις νότες της τζαζ μουσικής να μας συνοδεύουν, «κατάφερα» να ξεδιπλώσω μερικές πτυχές της. Ερωτήματα που γεννήθηκαν στη διάρκεια της παρουσίασης αλλά τα κράτησα μυστικά για μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης.

Ευτυχία, ευχαριστώ που διαθέτεις τον πολύτιμο χρόνο σου-καταλαβαίνω τη κούραση από τη περιοδεία σου στη Βόρεια Ελλάδα-  για τους αναγνώστες του Bookia. Τελείωσε η «Τριλογία της Αθήνας». Ποιο είναι το άρωμα που σου άφησε όλο το συγγραφικό ταξίδι εκτός των βραβείων που απέσπασες;

Εγώ σας ευχαριστώ πολύ για το ενδιαφέρον και την φιλοξενία σας με αφορμή την πρόσφατη συνάντησή μας. Το συγγραφικό ταξίδι μου μέχρι στιγμής εξελίσσεται σε μια μεγάλη περιπέτεια κυρίως όσον αφορά στο εσωτερικό ταξίδι της γραφής, στις πτυχές του εαυτού μου που ανακαλύπτω από βήμα σε βήμα, στην ικανοποίηση των πειραματισμών και των παιχνιδιών με την γλώσσα, το ύφος και τον ρυθμό της αφήγησης, στην επικοινωνία εκ των υστέρων με τους αναγνώστες και άλλους δημιουργούς. Το πολυεπίπεδο της αστυνομικής αφήγησης που συνδυάζει το κοινωνικό σχόλιο και την αναμέτρηση με τους πιο μύχιους φόβους επιτρέπει στον δημιουργό να απολαμβάνει ένα συναρπαστικό ταξίδι λίγους μήνες πριν από τον αναγνώστη και η ολοκλήρωση της τριλογίας μου σημαίνει μάλλον την αρχή ενός μεγάλου ταξιδιού στο σύμπαν της λογοτεχνίας.

Έχεις γράψει δυο θεατρικά έργα και παλιότερα ένα μυθιστόρημα. Πώς άρχισες να ασχολείσαι με το αστυνομικό μυθιστόρημα;Ποιο ήταν το κλικ που στράφηκες σ’ αυτό;

Ήταν ακριβώς το πολυεπίπεδο της αφήγησης που με κέντρισε. Από την μία έχουμε όλα τα στοιχεία μιας δομημένης ιστορίας, με σασπένς, ανατροπές, γρήγορο ρυθμό, ενδεχομένως και ελαφρότητα και από την άλλη έχουμε την ρευστότητα και το βάθος μια ιστορίας που ξεκλειδώνει την αναμέτρηση με τα μεγάλα κοινωνικά ζητήματα της εποχής και τα υπαρξιακά ζητήματα που βρίσκονται πάντοτε στον πυρήνα της λογοτεχνικής αφήγησης με όλο το βάρος και το βάθος τους. Ο συνδυασμός αυτών των στοιχείων με συνάρπασε και ήταν ο κύριος λόγος που στράφηκα στο αστυνομικό μυθιστόρημα.

Σχεδόν όλοι οι αναγνώστες που σε άκουσαν στο Publicαλλά και πολλοί άλλοι σίγουρα,αναρωτήθηκαν αλλά και σε θαύμασαν όταν άκουσαν πώς μετά από 13 χρόνια παραιτήθηκες από το Δημόσιο. Τη στιγμή που περιμένουν χιλιάδες εκπαιδευτικοί να διοριστούν. Ήταν απόφαση χρόνων; Έβαλες μπροστά το θέλω να αφοσιωθώ στη συγγραφή από το πρέπει. Στάση ζωής;

Ήταν μια δύσκολη απόφαση, δεδομένου ότι έπρεπε να αφήσω μια δουλειά που αγαπούσα για να αφοσιωθώ σε κάτι άλλο που ήταν το πάθος μου. Σε αντίθεση με όσα πίστευα στην αρχή, δεν κατάφερα να περιορίσω την ενέργεια που απορροφούσε στην καθημερινότητά μου η εκπαίδευση, με αποτέλεσμα να μην μπορώ να αφοσιωθώ όσο θα ήθελα στην συγγραφή. Από την μία άφησα πίσω μου αν θέλεις την ασφάλεια, το κεκτημένο μιας ενδιαφέρουσας δουλειάς, από την άλλη απελευθερώθηκα με όποιο ρίσκο φυσικά περιελάμβανε αυτή η απελευθέρωση. Κοιτάζοντας προς τα πίσω δεν το μετανιώνω, αντιθέτως λέω σε όλους να κυνηγούν το πάθος και τα όνειρά τους με όποιο κόστος και ρίσκο. Μπορεί να χαθείς, αλλά όλοι στο τέλος θα χαθούμε κι έχει μια κάποια σημασία να έχεις χαθείς τουλάχιστον με τον τρόπο σου.

Τι θα έλεγες για να πείσεις ένα αναγνώστη που διαβάζει μόνο ξένη αστυνομική λογοτεχνία, να γνωρίσει τον Χάρη Κόκκινο και την παρέα του;

Να δοκιμάσει να διαβάσει Ελληνική λογοτεχνία γενικά, όχι μόνο αστυνομική. Η κοινή μας γλώσσα, ο ρυθμός, τα υπονοούμενα, ο κοινός κώδικας ανάμεσα στις γραμμές δεν μπορούν να βρεθούν στο μεταφρασμένο κείμενο. Και αυτό που τελικά χάνεται αγνοώντας την Ελληνική λογοτεχνία είναι η επικοινωνία σε βάθος μεταξύ μας με όλες τις συνέπειες που έχει αυτό και στην παραγωγή της. Διαβάζοντας μόνο ξένη λογοτεχνία χάνουμε έναν σημαντικό πλούτο που εκπορεύεται ακόμη και από την ίδια την γλώσσα, πέρα από τις κοινές ιστορίες και αναφορές μας και τελικά δυναμιτίζουμε την ίδια την λογοτεχνική παραγωγή μας, Είναι σαν να στρέφουμε το όπλο στο κεφάλι μας, νομίζοντας ότι στοχεύουμε στον εχθρό για να χρησιμοποιήσω όρους αστυνομική λογοτεχνίας.

Τελικά έχει μείνει κάποιο λογοτεχνικό κάστρο απόρθητο που να μην έχουν εισβάλλει γυναίκες;

Νομίζω πως δεν μπορεί κανείς σοβαρά να ισχυριστεί πως υπάρχει διαφορά στην γυναικεία και την ανδρική γραφή. Τα όποια κάστρα υπήρχαν, αν υπήρχαν, λόγω κοινωνικών ή άλλων συγκυριών, κακώς υπήρχαν και δικαίως έπεσαν.

Πώς ένιωσες όταν έβαλες την τελεία στο βιβλίο σου «Πόλη στο φως»; Είπες «πάμε γι άλλα» ή ετοίμασες τη βαλίτσα για να αφουγκραστείς τη γνώμη των αναγνωστών;

Είπα ότι θα κάνω ένα διάλειμμα για να πάρω κάποια απόσταση από το έργο και να προχωρήσω στο επόμενο. Το όποιο διάλειμμα όμως πάντοτε εντάσσεται στην δημιουργική διαδικασία ως ο χρόνος επώασης της επόμενης ιστορίας. Η επαφή με τους αναγνώστες σε αυτό το διάστημα μου επιτρέπει να μοιραστώ απόψεις για το έργο μου και να κουβεντιάσω για τους προβληματισμούς που τους γεννά.

Σε τι διαφέρει η ξένη αστυνομική λογοτεχνία με την Ελληνική;

Η διαφορετική κουλτούρα, η διαφορετική γλώσσα αν θέλεις είναι περισσότερο ή λιγότερο εμφανής από έργο σε έργο και επιβάλλει το ύφος, τους προβληματισμούς, την ατμόσφαιρα. Ανήκω σε όσους πιστεύουν ότι γράφοντας κάτι βαθιά Ελληνικό, μεταφέροντας την αλήθεια σου, φτιάχνεις ταυτόχρονα κάτι που μπορεί να ενδιαφέρει το παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό και νομίζω ότι αν δεν είχαμε τους περιορισμούς που επιβάλλει η γλώσσα και την δυστοκία στην υποστήριξη των μεταφράσεων, αρκετά σύγχρονα έργα της Ελληνικής λογοτεχνίας και όχι μόνο της αστυνομικής, θα μπορούσαν να ταξιδέψουν επιτυχημένα στο εξωτερικό.

Βάζεις τον μεγεθυντικό φακό στην εξιχνίαση του αστυνομικού εγκλήματος ή στα κοινωνικά προβλήματα που δεν είναι και λίγα;

Μέσω του πρώτου επιχειρώ να κάνω το δεύτερο. Οι πυλώνες της ιστορίας μου είναι τόσο το εκάστοτε κοινωνικό σχόλιο, όσο και τα βαθύτερα υπαρξιακά ζητήματα των ηρώων μου. Η πλοκή είναι μόνο το πρώτο επίπεδο της αφήγησης που ξεκλειδώνει τα άλλα δύο.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα συνεχώς παίρνει τον ανήφορο στις προτιμήσεις των αναγνωστών. Δυστυχώς, κατά κόρον  το εισαγόμενο. Ποιοι ευθύνονται γι αυτό; Οι εκδότες, οι συγγραφείς ή το Υπουργείο Πολιτισμού με τις καμπάνιες που κάνει συχνά γι άλλα λογοτεχνικά είδη. Στη τελική, γνωρίζει το ευρύ αναγνωστικό κοινό  τους Έλληνες λογοτέχνες του είδους αν δεν πάρουν κάποια βραβεία όπως εσύ;

Τίποτα δεν κατακτάται εύκολα. Κατά την άποψή μου με δουλειά, επιμονή, πειραματισμό και αν προσπαθείς να μεταφέρεις την αλήθεια σου στο έργο σου, ο αναγνώστης θα σε ανακαλύψει. Έχουν ευθύνη και οι δημιουργοί αν είναι παραγνωρισμένη η Ελληνική αστυνομική λογοτεχνία.

Πόσο καιρό κρατά η έρευνα και πόσο η συγγραφή κάθε βιβλίου;

Εξαρτάται από την ιστορία. Συνήθως μερικούς μήνες.

Η Αθήνα είναι η μόνη πηγή άντλησης θεμάτων για πολλά ακόμη μυθιστορήματα;

Η Αθήνα είναι μόνο η αφορμή και ίσως η μικρογραφία ενός σύμπαντος που έχει ως στόχο να καθρεφτίσει τελικά τις ανησυχίες και τους υπαρξιακούς και όχι μόνο φόβους μας. Η Αθήνα είναι το σχήμα, το θραύσμα από το όλον. Θα μπορούσε να είναι ένα νησί, μια χώρα, οτδήποτε.

Οι ήρωες σου, θαρρείς ότι δημιουργούνται με χειρουργική ακρίβεια στο μυαλό σου. Σε άκουσα πώς αναφέρεις τον κύβο του Ρούμπικ. Είναι τόσο πολύπλοκη όλη η διαδικασία ενός αστυνομικού μυθιστορήματος;

Ναι, προσπαθώ να τους έχω όσο το δυνατόν πιο καθαρούς μπροστά μου. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ρευστοί , δεν μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια της αφήγησης, αλλά σίγουρα τους παρακολουθώ πολύ στενά καθώς εξελίσσονται και αυτή η διαδικασία είναι πολύπλοκη, όσο πολύπλοκο είναι να κατανοήσεις κάποιον άνθρωπο γύρω σου.

Ποια είναι η γνώμη σουγια το Bookia, όσο αφορά την προβολή των συγγραφέων και των έργων τους;

Κάθε τι που συμβάλλει στην προβολή του βιβλίου και στην διάδοση της φιλαναγνωσίας το θεωρώ σημαντικό.

Για να κλείσω την τόσο όμορφη κουβέντα, να σε ευχαριστήσω, χωρίς να σε ρωτήσω τι κι αν έχεις κρυμμένο ένα νέο βιβλίο στο σκληρό δίσκο, θέλω να μου πεις «μέχρι που μπορεί να φτάσει η Ευτυχία Γιαννάκη  όταν δεν έχει πια τίποτα να χάσει,να κερδίσει, να ελπίσει;», δανειζόμενη το motto της σελίδας σου.

Είναι πολύ νωρίς να το πω ακόμη αυτό, δεδομένου ότι εξακολουθώ να ελπίζω σε ένα σωρό εφικτά και ανέφικτα, πρωτίστως σε πολλές ακόμη αστυνομικές ιστορίες.

Κι όσο το Take Five, αυτό το όμορφο μουσικό κομμάτι jazz τελείωνε, η κουβέντα με την Ευτυχία Γιαννάκη έφτανε στο τέλος της. Την άλλη μέρα θα συνέχιζε τη περιοδεία της να ανταμώσει τους αναγνώστες που γνώρισαν τη συγγραφέα μέσα από τον μυστηριώδη πρωταγωνιστή της, τον Χάρη Κόκκινο. Δεν ξέρω αν θα συνεχίσει να τη πολιορκεί ο Χάρης Κόκκινος στα επόμενα βιβλία της αλλά την εύχομαι η «Τριλογία της Αθήνας» να είναι μόνο η αρχή!

Δημοσιεύθηκε στο bookia