Ευτοπία Η φλόγα της επανάστασης

eutopia2

 

Γράφει η Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη

«Δεν μας απομένει τίποτε πια παρά η αναγέννηση και ο θάνατος. Ξορκίζοντας τις αγωνίες μας, ξορκίζοντας τον θάνατο τον ίδιο. Και ελπίζοντας πως όλα θα τελειώσουν, αυτό που θα έχει κερδίσει θα είναι η αναγέννηση. Η δικιά μας και του κόσμου όλου»

Αλμπέρ Καμύ

Όσο διάβαζα το δεύτερο μέρος της τριλογίας ένιωθα πιότερο να με σφίγγουν οι τύψεις και οι ενοχές για τον κόσμο που ετοίμασα για τα παιδιά μου. Θα μου πείτε, πολιτική φαντασία είναι το βιβλίο, για ποιες ενοχές μιλώ. Κι όμως περνώντας τις σελίδες πιο πολύ έβρισκα τον εαυτό μου και πιστεύω πως κάθε ενεργός και σκεπτόμενος πολίτης θα νιώσει το ίδιο συναίσθημα. Είναι ευκαιρία να ανοίξουμε λίγο τις κεραίες μας. Ζώντας το σήμερα καταλαβαίνεις πως όλα οδεύουν με μαθηματική ακρίβεια στο να γίνει το φανταστικό, πραγματικό. Το σενάριο δεν αλλάζει και πολύ. Η συγγραφέας μας παίρνει πάλι από το χέρι και μας συστήνει τους ήρωες της ,παλιούς και νέους προσθέτοντας περισσότερη δράση αλλά συνάμα τους ψυχογραφεί. Άλλοι ήρωες αισιόδοξοι με την ελπίδα πως θα καταφέρουν να πολεμήσουν το μνημόνιο κι άλλοι φοβισμένοι πως δεν θα καταφέρουν τίποτε και καλύτερα να κλειστούν στους τέσσερις τοίχους.

Σ΄ αυτή τη δεύτερη πορεία θα βρούμε τους πρωταγωνιστές να σπάζουν τους φραγμούς των ανθρώπινων ορίων, να αγωνίζονται για να ανάψουν τη φλόγα που θα τους συνεπάρει όλους, μα όλα γίνονται με τόσο αργά βήματα. Σαράντα χρόνια χρειάστηκαν. Πόσα χρόνια άραγε ζούμε την παγκοσμιοποίηση; Πόσα χρόνια μας ελέγχουν οι απ’ έξω; Οι ήρωες μας καλούνται να συγχρονίσουν την επανάσταση παγκόσμια. Και πώς να τους συντονίσεις όλους; Πρωταρχικός σκοπός ήταν να τους εμπνεύσουν με τα ιδανικά και αξίες που είχαν χαθεί από τη ζωή τους όπως η υποστήριξη, η αλληλεγγύη και η συμπαράσταση για τον κοινό αγώνα, για την καταστροφή του Μανιφέστου. Να τους γεμίσουν τη ψυχή με πολλά Α, την Αγάπη, την Ανθρωπιά, την Αλήθεια, την Απελευθέρωση. Η Χαρά, ο Σάββας, ο γιος τους ο Νίκος, οι γονείς της Χαράς, ο Λουκάς, όλη η οικογένεια της Χαράς, συνεχίζουν να συμβάλλουν ώστε να έρθει το καλύτερο μέλλον. Όλοι αυτοί έχουν αναλάβει την υποχρέωση για την πραγματοποίηση του στόχου, την καταστροφή του Μανιφέστου σε παγκόσμιο επίπεδο. Όλα έχουν γίνει πιο δύσκολα με τους νέους νόμους που επιβάλλει το Μανιφέστο. Μια απόλυτη σιωπή επικρατεί, μοιάζουν όλα ίδια αλλά δεν είναι. Δεν υπάρχει ισότητα ούτε δικαιοσύνη, πρέπει ο κόσμος να το μάθει. Οι Άλφα γνωρίζονται με τον εκπρόσωπο του Πρώτου Χωριού ενώ οι άνθρωποι του. έχουν εξαπλωθεί σε όλον τον κόσμο. Υπάρχει αισιοδοξία. Όλοι χαίρονται για την δράση των Άλφα, οι υψηλά ιστάμενοι του Μανιφέστου οργίζονται, αναστατώνονται, όμως οι Άλφα επανέρχονται με προκηρύξεις. Όλοι συνειδητοποιούν ότι το οχυρό του Μανιφέστου θα πέσει από τους δικούς του. Στην οικογένεια της Χαράς και του Σάββα, εμφανίζονται ο Νίκος και η Θάλεια που θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση του αγώνα των δικών τους. Ο Νίκος, ο εγγονός ενός ισχυρού του Μανιφέστου και η Θάλεια, εγγονή του πρωθυπουργού του Μανιφέστου. Μια σχέση που δοκιμάστηκε που όμως κτίστηκε με εμπιστοσύνη και σεβασμό παρά τις δυσκολίες αφού αναγκάζονται λόγω των παππούδων να συμμετέχουν σε εκδηλώσεις του Μανιφέστου. Ο αναγνώστης θα περπατήσει μαζί τους σ’ όλες τις ζώνες, βιομηχανικές, αγροτικές, αστικές και θα δει πως οι συνθήκες ζωής έχουν χειροτερέψει, πώς υπάρχει εξαθλίωση. Ενώ θα ακούσει από τον ισχυρό του Μανιφέστου, πως «οι νόμοι του Μανιφέστου δεν ισχύουν για εμάς, εμείς είμαστε το Μανιφέστο, τους νόμους τους φτιάχνουμε για τους άλλους, εμείς κάνουμε ότι μας αρέσει. Έτσι απλά». Κι όμως αυτό το Μανιφέστο δεν ήρθε τυχαία στη ζωή μας μα όλα ήρθαν μελετημένα και προσαρμοσμένα στις βιοτικές ανάγκες μας. Πρώτα μας γλύκαναν και μετά μας απομύζησαν. Από τη φτώχια βουτήξαμε στο χρήμα και την απληστία. Μας θυμίζει η συγγραφέας τα χρόνια πριν την κρίση που μας οδήγησε η απληστία μας. Που κανείς τότε δεν μπορούσε να προβλέψει το σήμερα, δεν μπορούσε να σκεφτεί τις επιπτώσεις. Όταν πηγαίναμε στις ταβέρνες και τα μισά φαγητά πήγαιναν στα σκουπίδια. Γιατί ενώ χόρταινε το στομάχι το μάτι έμενε άπληστο. Γιατί δεν νοιαζόμασταν για τον διπλανό μας, για το πόσοι άνθρωποι θα ζούσαν με αυτά που δεν αγγίξαμε και θα πεταγόταν στα σκουπίδια και θα τα έτρωγαν οι γλάροι. Μας μιλά για τα νησιά μας, που χρόνια τώρα με προβληματίζει η κατάληξη τους.

Γιατί χρόνια τώρα έρχονται οι ξένοι και αγοράζουν σπίτια και γη. Χρόνια βλέπω να καταστρέφουν τα καΐκια, τις παραγωγές, να παίρνουν επιδοτήσεις και να κοιτούν μόνο τον τουρισμό. Και έρχεται το Μανιφέστο που μας προσγειώνει. Βλέπουμε από την κλειδαρότρυπα το 2057 και άλλοι μπορεί να τρομάξουν. Οι κάτοικοι των νησιών καταχωρούνται ως ψαράδες στην αρχή και μετά εργάτες τουρισμού. Βλέπουμε ότι έμειναν χωρίς μόρφωση, πως δεν θα έχουν κανένα μέλλον και πως θα ζήσουν μια μίζερη και δυστυχισμένη ζωή σαν των γονιών τους. Διαβάζουμε για τα παγκοσμιοποιημένα νησιά που τα μόνα μαθήματα που θα κάνουν στα σχολεία τους είναι οι καλοί τρόποι και ξένες γλώσσες. Να μάθουν να γίνουν γκαρσόνια, καμαριέρες, μάγειροι κι ότι άλλο απαιτείται για την εξυπηρέτηση ξένων επισκεπτών. Μας μιλά για τα νησιά μας που η ψαριά έχει ατονήσει και μεγάλα ξένα σκάφη εκμεταλλεύονται τον φυσικό μας πλούτο. Που κανείς ντόπιος δεν θα εκμεταλλεύεται τον τουρισμό και ότι μεγάλα ξένα ξενοδοχειακά συγκροτήματα θα κάνουν την εμφάνιση τους. Κανείς ντόπιος δεν θα έχει ιδιοκτησία και έλεγχο. Πόσο μακριά από σήμερα πιστεύουμε πως θα γίνει; Και μετά τον τουρισμό, η συγγραφέας μας προβληματίζει για τα βιβλία που στο παρελθόν τα είχαν κάψει τα ολοκληρωτικά καθεστώτα γιατί ήταν αντίθετα στις απόψεις τους. Τι εμποδίζει το Μανιφέστο να επαναλάβει τον αφανισμό τους; Βλέπουμε πως η ιστορία των ανθρώπων είναι γεμάτη λογοκρισία, πως το Μανιφέστο κατάργησε την ιστορία ως μάθημα, επειδή δεν χρειαζόταν και τα παιδιά χάρηκαν επειδή ήταν κουραστικό το μάθημα. Ημερομηνίες, γεγονότα, μέρη, ίντριγκες θα έφευγαν από το άδειο τους κεφάλι.

Χωρίς αντίδραση την αφάνισαν. Αργότερα κατάλαβαν πως «άνθρωπος χωρίς ιστορία είναι δέντρο χωρίς ρίζες». Για την κατάργηση δημόσιων βιβλιοθηκών, για τα απαγορευμένα βιβλία που αν σε συλλάμβαναν θα σε έλεγαν επαναστάτη και θα ρίσκαρες τη ζωή σου. Για τη στέρηση της διάδοσης των ιδεών. Πώς αλλιώς το Μανιφέστο θα πετύχαινε αν δεν φυλάκιζε τις ιδέες; Για την εγκληματικότητα, για τις συμμορίες στους δρόμους για τα διαλυμένα πανεπιστήμια, για τη δημόσια υγεία που διαλύθηκε και τα ιδιωτικά θεραπευτήρια που ξεφύτρωσαν, για την κατάρρευση των ταμείων, για το λουκέτο στα φαρμακεία και τα μικρά ιατρεία. Κι όλα αυτά οδήγησαν στο Μανιφέστο, ως σωτηρία πως θα γλιτώσουμε από τα κακώς κείμενα. Αλλά άλλα σκόπευε το Μανιφέστο. Μας μιλά για την τρομοκρατία και τη σχέση προ και μετά μανιφέστου. Πριν οι τρομοκράτες σκότωναν αθώους ανθρώπους. Με το Μανιφέστο γίνεται το ανάποδο, η πολιτεία σκοτώνει ανθρώπους. Το Μανιφέστο ή η παγκοσμιοποίηση αν θέλετε για να ζούμε στο σήμερα, ζει και βασιλεύει, υπάρχει και εξελίσσεται. Θα τα καταφέρουν οι δυο μυστικοί κόσμοι που σήκωσαν όλη την ιδέα της επανάστασης στα χέρια τους να τα καταφέρουν να ενώσουν τις δυνάμεις τους; Ο καθένας με τα δικά του όπλα στη φαρέτρα; Πολλές ανατροπές θα ζήσει ο αναγνώστης. Θα ανατριχιάσει με κάποιες από αυτές, θα σκληρύνει, θα σφίξει τις γροθιές του, αλλά και θα κλάψει. Τα συναισθήματα θα συνεχίσουν να πάλλονται στους ρυθμούς της συγγραφέως που πιστεύω πως κάπως έτσι ένιωθε και η ίδια όταν το έγραφε. Διαισθάνομαι, όπως ολοζώντανο κυλά από μπροστά μου, πως και η ίδια η συγγραφέας αφέθηκε στα χέρια των ηρώων της. Από την ώρα που τους ψυχογράφησε τον κάθε ήρωα της, ένιωθα μαζί της πως παρασυρόμασταν, πως βιώναμε το απόλυτο κακό και έπρεπε να το πολεμήσουμε. Να μην είμαστε τα πρόβατα που θα υπακούμε αλλά οι λύκοι στη θέση των λύκων που θα ισοπεδώσουμε το μανιφέστο με κάθε τίμημα, ακόμη και της ζωής για να έχει η επόμενη γενιά την ελπίδα και το όραμα. Λέξεις από Έψιλον εμφανίζονται σε τούτο το βιβλίο. Πιο δυνατές και πιο επιβλητικές όπως εξουσία, έλεγχος, εκτοπισμός, έρωτας και Επανάσταση. Και η τελική: η Ευτοπία. Το Πρώτο χωριό. Η ανατροπή είναι μπροστά μας και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει αυτή την τριλογία. Καλοτάξιδο να είναι κι αυτό το βιβλίο….

«Στην πραγματικότητα δεν είχαμε επιλογές. Κατ΄ ευφημισμό ήμασταν ελεύθεροι. Δέσμιοι ήμασταν του συστήματος. Δέσμιος ήταν πάντα ο άνθρωπος. Ποτέ δεν ήμασταν πραγματικά ελεύθεροι.»

«Σε τι καιρούς μεγαλώσαμε τα παιδιά μας; Σε τι κόσμο τα φέραμε να ζήσουν; Πως το τολμήσαμε;»