Ο Γιώργος Κεντρωτής μιλά για τον Μπρεχτ στην Μάγδα Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη.

Με αφορμή την εκδήλωση που θα γίνει στο βιβλιοπωλείο Μάτι το απόγευμα της 28-11-2017, στις 8.30 μμ για τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, μίλησα με τον ποιητή, συγγραφέα, μεταφραστή και καθηγητή κ. Γιώργο Κεντρωτή. Το να μεταφράζεις σίγουρα Μπρεχτ και να απευθύνεσαι σε ένα απαιτητικό αναγνωστικό κοινό είναι μια τόλμη στις μέρες μας.

Έχουν πει ότι ο Κεντρωτής ελληνοποίησε τον Μπρεχτ και δεν έχουν άδικο. Το διαπίστωσα όταν κράτησα στα χέρια μου τη μεταφρασμένη ανθολογία του «Η βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα» από τις εκδόσεις Gutenberg. Ο Γιώργος Κεντρωτής παθιάζεται με τον Μπρεχτ  και του  αποδίδει την αξία που του ανήκει  δίνοντας όλα τα συναισθήματα στο χαρτί. Ας τον γνωρίσουμε λοιπόν…

ΟΣΟΙ ΤΡΕΦΟΝΤΑΙ ΜΕ ΕΛΠΙΔΕΣ 

Δηλαδή τώρα τι περιμένετε;
Ότι οι κουφοί θα σας αφήσουν να μιλήσετε
και ότι οι αχόρταγοι
όλο και κάτι θα σας δώσουν;!
Ότι οι λύκοι θα σας βάλουνε να φάτε
και δεν θα σας καταπιούν αμάσητους;!
Ότι από αίσθημα φιλίας
κινούμενες οι τίγρεις
κοπιάστε θα σας πουν
τα δόντια να μας βγάλετε;!
Τέτοια μού περιμένετε;!
Τέτοια μού προσδοκάτε;!

Κύριε Κεντρωτή, ευχαριστώ για την συνέντευξη που μου παραχωρείτε για το Bookia. Όταν διαβάσει κάποιος το βιογραφικό σας θα αναρωτηθεί: ποιητής, πεζογράφος, μεταφραστής, μελετητής, καθηγητής Θεωρίας της Μετάφρασης στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο… 48 ώρες αν είχε η μέρα θα τις ξοδεύατε. Πότε προλαβαίνετε;

Αγαπητή κ. Παπαδημητρίου-Σαμοθράκη, η μέρα εξακολουθεί (και θα              εξακολουθεί!) να έχει 24 ώρες μόνο. Μέσα σε αυτές τις ώρες πρέπει να κάνει κανείς ό,τι σκοπεύει να κάνει στο διάστημα μιας μέρας. Κοντεύω πια τα 60 και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι από τα 18 μου μέχρι σήμερα δεν άφησα να περάσει ούτε μία ημέρα που να μην ασχοληθώ έστω και για λίγα λεπτά της ώρας με ό,τι με ενδιαφέρει – όχι μόνο σχετικά με μελέτες και γραψίματα, αλλά και με λοιπές ενασχολήσεις μου. Μπορώ να σας πω ότι, ναι, έχω πολλές δραστηριότητες, αρκετούς φίλους και οικογένεια. Και προσπαθώ να τα «συμβιβάζω» όλα έτσι, ώστε τίποτα να μη μένει «παραμελημένο» και «παραπονεμένο». Είμαι άτομο πειθαρχημένο και αφοσιωμένο σε ό,τι κάνω, και δεν ανακατεύω τις δραστηριότητές μου. Όταν γράφω, γράφω· όταν διαβάζω, διαβάζω· όταν διασκεδάζω, διασκεδάζω. Και δεν χαλάω το πρόγραμμά μου ποτέ. Έτσι, αντί να μοιράζω τις ώρες της ημέρας, μοιράζομαι εγώ στις ώρες της ημέρας. Κι έχω, επίσης, μουλαρίσιο πείσμα!

Ονομάσατε την ανθολογία σας «Η βαβυλωνιακή σύγχυση των λέξεων και άλλα 499 ποιήματα». Για ποιο λόγο;

Διότι πρόκειται για 500 ποιήματα του Μπρεχτ, ένα εκ των οποίων φέρει τον τίτλο που χρησιμοποίησα για να ονομάσω το πόνημά μου. Είναι τίτλος σημαδιακός ενός εξαιρετικού και ελάχιστα γνωστού ποιήματος. Γι’ αυτό!

Πόσο δύσκολο είναι το έργο μιας σωστής μετάφρασης αν ο μεταφραστής δεν είναι ο ίδιος συγγραφέας ή ποιητής;

Επιτρέψτε μου να σας πω ότι ο μεταφραστής έργων της υψηλής λογοτεχνίας δεν μπορεί παρά να είναι λογοτέχνης. Αλλιώς δεν γίνεται. Είναι σαν να ζητάτε να σας χτίσει σπίτι κάποιος που δεν είναι πολιτικός μηχανικός ή να σας εκπροσωπήσει στο δικαστήριο κάποιος που δεν είναι δικηγόρος. Πρόκειται δηλαδή για conditio sine qua non… για συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ. Τώρα, βέβαια, το ποιος είναι λογοτέχνης ή το πώς και το πότε γίνεται κάποιος λογοτέχνης είναι ερωτήματα με έντονη μεταφυσική χροιά, και αδυνατώ να σας απαντήσω. Δεν υπάρχει μία και ενιαία απάντηση. Γι’ αυτό και να με συμπαθάτε…

Ήρθατε στην Κατερίνη με αφορμή της εκδήλωσης για τον Μπρεχτ. Μεταφράσατε 500 ποιήματα του σε μια πολύ όμορφη έκδοση των εκδόσεων Gutenberg του Γιώργου και Κώστα Δαρδανού. Ένα συλλεκτικό έργο, χρήσιμο εργαλείο σε όσους αγαπούν τον Μπρεχτ και ασχολούνται με την λογοτεχνία. Πιστεύετε ότι σήμερα είναι επίκαιρος παρά ποτέ ο Μπρεχτ με την κατάσταση που επικρατεί σε όλο τον κόσμο;

Ο Μπρεχτ είναι πλέον κλασικός, τουτέστιν είναι πάντοτε επίκαιρος. Τόσο επίκαιρος μάλιστα, που τον διεκδικούν όλοι: και οι φίλιες δυνάμεις, και οι ιδεολογικώς προς αυτόν ενάντιες. Τούτο από μόνο του αποδεικνύει τη μεγαλοσύνη του που έχει συμβάλει και στην εκ μέρους του άκοπη κατάκτηση του τροπαίου της κλασικότητας. Οι ποιητές ασχολούνται με λίγα πράγματα, κυρίως δε με δύο: με τον έρωτα και με τον θάνατο. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσουν όλη τη θεματολογία τους ρέποντας ηθελημένα άλλοτε προς τον έρωτα και άλλοτε προς τον θάνατο. Ο μεγάλος λογοτέχνης γεμίζει με νέο κρασί τούτους τους δύο παλαιούς ασκούς. Το περιέχον (το μορφικό στοιχείο) υποδέχεται το περιεχόμενο (το ουσιαστικό στοιχείο) και του χαρίζει τύπο, που έρχεται και τον υπογράφει το χέρι του λογοτέχνη. Ο κλασικός συγγραφέας συνομιλεί με τους τύπους που έχουν κατατεθεί στα αρχεία της ιστορίας: διδάσκεται από αυτούς και ξαναλέει τα πράγματα ενταγμένα στο πλαίσιο των νέων (καλύτερα: των νεοφανών) εξελίξεων. Ο από πάσης απόψεως πανευφυής Μπρεχτ ήταν ήδη κλασικός όσο ακόμα ζούσε: κάτι σαν νεώτερος Γκαίτε.

Στο πλατύ αναγνωστικό κοινό αλλά στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας είναι γνωστός από τα ποιήματα που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος. Έτσι τον γνωρίσαμε, έτσι τον αγαπήσαμε. Στο βιβλίο σας μπορεί να διαβάσει κανείς όλο το έργο του. Τελικά ο Μπρεχτ τι συμβολίζει για σας; Ποια ήταν η αφορμή που μεταφράστηκε και πόσο καιρό σας κράτησε το ταξίδι της μετάφρασης;

Είναι πολύ αγαπητός ο ποιητής Μπρεχτ λόγω των ειρημένων μελοποιήσεων, αλλά και λόγω των παλαιότερων μεταφρασμάτων – κυρίως αυτών του Μάριου Πλωρίτη και του Πέτρου Μάρκαρη, που έχουν εκδοθεί από τις Εκδόσεις Θεμέλιο. Εννοείται ότι σημαντικός παράγοντας της δημοφιλίας του είναι και οι πολλές και επιτυχείς θεατρικές παραστάσεις των έργων του. Προσωπικώς για μένα ο Μπρεχτ είναι πρωτίστως ένας καλός και δύσκολος φίλος, που μου κάνει τη χάρη να συνομιλούμε χωρίς να μου χαρίζεται. Μονίμως με ξεβολεύει και με συμβουλεύει και με παρακινεί (και με χιούμορ και με βλοσυρότητα) να ξεκουνιέμαι και να αμφισβητώ τα πάντα: ακόμα και τον εαυτό μου με τις όποιες βεβαιότητές μου. Η συμβίωσή μας χρόνια τώρα, ναι μεν δεν είναι ανέφελη, αλλά είναι ειλικρινής. Νιώθω τον εαυτό μου μαθητή του σε πάρα πολλά από τα ουσιώδη και κρίσιμα. Με εκνευρίζει που ποτέ του δεν είναι ευχαριστημένος με τίποτα. Αλλά –για να χαριτολογήσω– κι αυτός εκνευρίζεται που κάνω παρέα και με άλλους, από τους οποίους μόνο τον Μπωντλαίρ (και αυτόν μέχρι ενός σημείου) εγκρίνει.

Για όποιον δεν γνωρίζει, ποιες περιόδους καλύπτετε μεταφραστικά στο βιβλίο σας ;

Το βιβλίο μου περιλαμβάνει ποιήματα από ολόκληρο τον λυρικό βίο του Μπρεχτ: από το πρώτο ίσαμε το τελευταίο του ποίημα. Έχω ξαναμεταφράσει ήδη γνωστά ποιήματά του, αλλά και πάρα πολλά «άγνωστα» στο ευρύ αναγνωστικό κοινό λυρικά κατορθώματά του και θεατρικά τραγούδια.

Κάνοντας τον συνήγορο του διαβόλου, σήμερα που τα ράφια των βιβλιοπωλείων είναι γεμάτα, περισσότερα εμπορικά που κάνουν πολλές εκδόσεις με χιλιάδες αντίτυπα. Πώς οι Εκδόσεις Gutenberg τολμούν επιχειρηματικά να εκδίδουν τα δικά σας βιβλία που είναι φυσικά ποιοτικά, αλλά απευθύνονται σε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό; Εννοείται ότι τους ευχαριστούμε που υπάρχουν και αντέχουν στις ημέρες μας.

Θα πρέπει να ρωτήσετε τους Δαρδανούς, πατέρα και υιό, αλλά και τον μάστορα Γιάννη Μαμάη, για να έχετε την αυθεντικώς ισχύουσα απάντηση. Επειδή όμως τους γνωρίζω και τους τρεις για πάνω από τριάντα χρόνια, μπορώ να σας πω ότι στον Gutenberg πρυτανεύει η μέριμνα για την ποιότητα. Η ποιότητα συνιστά ιερό και απαραβίαστο κανόνα. Και μπροστά στην ποιότητα η γουτεμβεργιανή τριάδα δεν φείδεται ούτε κόπων ούτε εξόδων. Επιπλέον, οι άνθρωποι αυτοί δεν συσσωρεύουν «αλόγιστα» (ή «βλακωδώς») τον όποιο πλούτο προέρχεται από την εκδοτική δραστηριότητά τους, αλλά νοιάζονται να δώσουν στο αναγνωστικό κοινό τόσο έργα δοκιμασμένα που είναι «ες αεί», όσο και έργα νεωτερικά που έρχονται να δοκιμάσουν την τύχη τους και να προτείνουν νέους δρόμους σε όλες τις τέχνες της γραφής. Είναι άνθρωποι προοδευτικοί, ρηξικέλευθοι, μονίμως ανήσυχοι και με ανοιχτά τ’ αφτιά τους (και με ορθάνοιχτη πάντοτε την καρδιά τους) σε «προκλήσεις», τις οποίες και αποδέχονται. Για μένα είναι πολύτιμοι φίλοι, και τούτο αρκεί ως λόγος να είμαι ευχαριστημένος από τη ζωή μου.

Ο Μπρεχτ ήταν απλός και κατανοητός γι’ αυτό η ποίηση του αγαπήθηκε από τον κόσμο. Τραγουδήθηκε από τους εργάτες, τους φοιτητές, τους μαθητές, τις νοικοκυρές ακόμη και στις πορείες. Αλλά και οι δικοί μας μεγάλοι ποιητές όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Ρίτσος έγραφαν απλά για να γίνουν οι στίχοι τους κτήμα του λαού Είστε κι εσείς ποιητής. Τι φταίει σήμερα που ο κόσμος δεν διαβάζει σήμερα τους νεότερους ποιητές; Μήπως φταίει η επιτήδευση, ο εντυπωσιασμός των λέξεων και η δυσνόητη γραφή τους;

Μεγάλη συζήτηση ανοίγεται με το τι ακριβώς είναι το «απλό». Επιτρέψτε μου να εξάρω την κατ’ εμέ κρισιμότερη πλευρά του: όλα τα μεγάλα επιτεύγματα είναι απλά, παναπεί «μόνα τους». Δεν έχουν ανάγκη στηριγμάτων. Στηρίζουν τα ίδια την υπόσταση και την πρότασή τους. Η απλότητα δεν έχει να κάνει τίποτα με τη δυσκολία. Η απλότητα έχει ήδη φροντίσει την άνετη πρόσβαση στο έργο τέχνης ανεξαρτήτως του αν αυτό είναι η θεωρείται δύσκολο. Κατ’ εμέ το εν γένει ζητούμενο στην τέχνη είναι το «αυθεντικό», αυτό που ξεχωρίζει τόσο για το υποκείμενο που το παράγει όσο και για το αντικείμενο που πραγματεύεται.

Ο Μπρεχτ με την γραφή του έβγαζε την αγανάκτηση του πάνω στο χαρτί. Δίδασκε και να ταρακουνούσε τους λαούς να αφυπνιστούν. Τους έλεγε να βγουν στους δρόμους, να παλέψουν για το δίκιο, να αγωνιστούν για το μέλλον. Σήμερα πόση απήχηση μπορεί να έχει αυτή η Ποίηση που η κοινωνία έχει κλειστεί στους τέσσερις τοίχους και κλείνει τα αφτιά της σε οποιονδήποτε που θα του κουνήσει το δάχτυλο;

Ωμά θα σας πω ότι καμία ποίηση δεν μπορεί να κουνήσει κανέναν και τίποτα με κανέναν τρόπο. Το πολύ-πολύ που μπορεί να κάνει η ποίηση είναι να «συγκινήσει», αρκεί να υπάρχουν αυτοί που θα την υποδεχθούν και θα συγκινηθούν. Εκ των προτέρων και συνταγογραφημένες συγκινήσεις ούτε υπήρξαν ούτε ποτέ θα υπάρξουν. Αυτά μάλλον είναι ευσεβείς πόθοι, αν δεν είναι ευκολίες και φαντασιώσεις. Και εν πάση περιπτώσει δεν βγάζει όλη η λογοτεχνία προγραμματικά τον κόσμο στο δρόμο της όποιας ποικιλώνυμης αντίστασης. Ο Μπρεχτ δεν κήρυττε εξεγέρσεις, αλλά διαρκείς αμφισβητήσεις. Αν η αμφισβήτηση σε πήγαινε παραπέρα, αυτό για τον Μπρεχτ ήταν κάτι μεν, κάτι πρόσκαιρο δε που έπρεπε να αμφισβητηθεί περαιτέρω και περαιτέρω. Ο Μπρεχτ, δεν ίδρυε status quo, αλλά, ώσπερ άλλος Βεελζεβούλ, εκήρυσσε την «αιώνια ταραχή». Τους ανθρώπους από τα σπίτια τους τούς βγάζει μόνο η ανάγκη και η συνειδητοποίηση των εκάστοτε επιμέρους αναγκών. Καμιά φορά βοηθάει με δυο-τρία λόγια και η ποίηση. Ίσαμ’ εκεί όμως, όχι περισσότερο. Αυτή είναι κι εμένα η γνώμη μου, κι εδώ συμφωνούμε σχεδόν απολύτως με τον Μπρεχτ.

Οι πολιτικές συγκυρίες δημιούργησαν την ανάγκη να αγαπηθεί ο Μπρεχτ στις λαϊκές μάζες με τα πολιτικά ποιήματα για τον αγώνα κατά του ναζισμού, όσο και του καπιταλισμού. Εσείς που τον μελετήσατε και τον μεταφράσατε όσο κανείς άλλος, πιστεύετε ότι η ιδεολογική σας ταύτιση με τον Μπρεχτ ήταν αυτή που βοήθησε στο να γίνει ο Μπρεχτ αγαπημένος ποιητής στην χώρα μας;

Ουδέποτε έκρυψα ή συγκάλυψα ή παραμόρφωσα τις πολιτικές πεποιθήσεις μου, και μπορώ να σας πω ότι ναι, όντως, μετέφρασα τον Μπρεχτ ξεκινώντας από την κοινή ιδεολογική μας αφετηρία. Αν όμως δεν ήταν μέγας ποιητής, δεν θα τον μετέφραζα. Προσωπικώς δεν με ενδιαφέρει να επιβεβαιώνω μέσω οποιωνδήποτε άλλων, οσοδήποτε μεγάλων, αυτά που έχω εξ απαλών ονύχων επιλέξει να με εκφράζουν πολιτικώς, προτού καν καλά-καλά τους διαβάσω ή μελετήσω το έργο τους. Για να μην συμβάλω όμως σε παρερμηνείες και αδικίες, ας πω ότι συγγραφείς σαν τον Μπρεχτ απλώς μου ενδυνάμωσαν την ήδη βέβαιη πεποίθησή μου ότι σωστά έχω αποφασίσει… ότι σωστά έχω επιλέξει. Μπορώ να πω, προστρέχοντας στη σημασιακή δύναμη των λέξεων, ότι ο Μπρεχτ (και πεντέξη άλλοι) την εν λόγω πεποίθησή μου από «βέβαιη» την έχουν κάνει «ακράδαντη». Μιλώ για τον Μαγιακόφσκη, τον Νερούδα, τον Ελυάρ, τον Αραγκόν, τον Νέζβαλ, τον Παζολίνι – και από τους δικούς μας τον Γιάννη Ρίτσο…

Παλιά, στις πορείες και τις παρέες τραγουδούσαμε μελοποιημένο Μπρεχτ. Είστε καθηγητής μετάφρασης στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Πώς βλέπετε σήμερα τους νέους φοιτητές; Πόσο τους συνεπαίρνει η λογοτεχνική μετάφραση ξένων ποιητών και συγγραφέων και ποια είναι η στάση τους απέναντι στον Μπρεχτ;

Ο Μπρεχτ είναι αγαπητός διαχρονικά, ακριβώς διότι προκαλεί τα «ξύπνια» μυαλά να σκεφτούν επί της ουσίας των πραγμάτων. Οι φοιτητές μου τόσο στο μάθημα της μετάφρασης από τα γερμανικά στα ελληνικά όσο και στο μάθημα της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας έχουν υποδεχθεί τον Μπρεχτ με συναισθήματα που ξεκινούν από τη συμπάθεια και εξικνούνται στον ενθουσιασμό. Το φοιτητικό κοινό το συνεπαίρνει η γνωριμία τόσο με κλασικούς όσο και με μοντέρνους που έχουν να του πουν ενδιαφέροντα πράγματα με τρόπο συναρπαστικό. Οι «ψόφιες» καταστάσεις αφήνουν τα παιδιά (όλων των ηλικιών άλλωστε) παντελώς αδιάφορα. Λογικό είναι αυτό, και μου αρέσει πάρα πολύ που είναι έτσι.

Ευχαριστώ για την συνέντευξη που μου παραχωρήσατε και θα ήθελα να μου πείτε τα επόμενα συγγραφικά σχέδια, αν φυσικά αποκαλύπτονται…

Βεβαίως και αποκαλύπτονται. Έχω ετοιμάσει μια μεγάλη σχολιασμένη έκδοση του πλατωνικού «Θεαίτητου», συνέχεια του «Κρατύλου», που έχει κυκλοφορήσει εδώ και πολλά χρόνια τώρα. Έχω, σημειωτέον, ασχοληθεί πολύ με τον Πλάτωνα ως φιλόσοφο του νου και της γλώσσας. Στο μέλλον –καλά να είμαστε– θα κυκλοφορήσουν ο «Παρμενίδης» και ο «Σοφιστής». Είναι έτοιμη επίσης (από πολλά χρόνια μάλιστα) η μετάφραση του ιταλικού έργου του Διονυσίου Σολωμού. Αργά-αργά και όποτε έχω διάθεση δουλεύω και τη μετάφραση των «Σονέτων προς τον Ορφέα» του Ρίλκε. Εννοείται ότι γράφω και τα δικά μου, ποιήματα και πεζά. Όπως σας είπα, καλά να είμαστε και η δουλειά ποτέ δεν λείπει! Σας ευχαριστώ κι εγώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη.

Μετά από αυτή την χειμαρρώδη συνέντευξη από τον Γιώργο Κεντρωτή, το μόνο που έχω να πω  είναι μια ευχή. Καλοτάξιδο το νέου του πόνημα και οι εκδόσεις Gutenberg να αντέξουν στον χρόνο ώστε να εκδίδουν τέτοια αξιόλογα βιβλία! Τα έχουμε ανάγκη να υπάρχουν..

[blockquote] «Δε θα λένε: Τον καιρό που η βελανιδιά τα κλαδιά της ανεμοσάλευε. Θα λένε: Τον καιρό που ο μπογιατζής τσάκιζε τους εργάτες. Δε θα λένε: Τον καιρό που το παιδί πετούσε βότσαλα πλατιά στου ποταμού το ρέμα. Θα λένε: τον καιρό που ετοιμάζονταν οι μεγάλοι πόλεμοι. Δε θα λένε: Τον καιρό που μπήκε στην κάμαρα η γυναίκα. Θα λένε: Τον καιρό που οι μεγάλες δυνάμεις συμμαχούσαν ενάντια στους εργάτες. Μα δε θα λένε: Ήτανε σκοτεινοί καιροί Θα λένε: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές τους;» Μπ. Μπρεχτ (1937)[/blockquote]

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ο Γιώργος Κεντρωτής γεννήθηκε στις 5.5.1958 στους Μολάους Λακωνίας. Σπούδασε Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκε στο Διοικητικό Δίκαιο με τον καθηγητή Wilfried Fiedler στο Universität des Saarlandes της Ο.Δ. της Γερμανίας, ανακηρυχθείς Διδάκτωρ Νομικής. Άσκησε επί έτη τη δικηγορία στην Αθήνα και στο εξωτερικό. Το 1994 εξελέγη μέλος του ΔΕΠ στο ΤΞΓΜΔ του Ιονίου Πανεπιστημίου, όπου υπηρετεί ανελλιπώς έως και σήμερα. Έχει διδάξει ως προσκεκλημένος καθηγητής σε πανεπιστήμια της ημεδαπής, της Γερμανίας και της Ιταλίας. Έχει διατελέσει κατ' επανάληψη πρόεδρος του ΤΞΓΜΔ και μέλος της Συγκλήτου του Ιονίου Πανεπιστημίου. Είναι τακτικό μέλος πολλών διεθνών επιστημονικών εταιρειών. Τα βασικά ερευνητικά του ενδιαφέροντα ανάγονται στη θεωρία και την πράξη της μετάφρασης, στη γλωσσοφιλοσοφία, στην αρχαία ελληνική και ρωμαϊκή παράδοση, στην παγκόσμια λογοτεχνία και στην ελληνική γραμματεία με έμφαση στο έργο της Επτανησιακής Σχολής, στον ελληνικό υπερρεαλισμό και στη λογοτεχνία από τον Μεσοπόλεμο έως και τις μέρες μας. Μεταφράζει στα Νέα Ελληνικά από τα Αρχαία Ελληνικά, τα Λατινικά, τα Γερμανικά, τα Ιταλικά, τα Ισπανικά, τα Γαλλικά, τα Αγγλικά, τα Ρωσικά και τα Τσεχικά. Έχει εκδώσει ήδη πέντε ποιητικές συλλογές, δύο μυθιστορήματα, επτά τόμους δοκιμίων και πάνω από 50 μεταφράσεις. Τα περισσότερα βιβλία του εκδόθηκαν από τις Εκδόσεις Gutenberg, με τις οποίες συνεργάζεται επί τριάντα συναπτά έτη. Μέσα στο 2018 θα εκδοθούν επίσης από τις Εκδόσεις Gutenberg τα «Άνθη του Κακού» του Καρόλου Μπωντλαίρ.